Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2022, η ΕΕ είχε 32,3 εκατομμύρια επιχειρήσεις, οι οποίες απασχολούσαν 160 εκατομμύρια άτομα. Από αυτό το σύνολο, το 99% ήταν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που απασχολούν έως 49 άτομα.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις απασχολούσαν 77,5 εκατομμύρια άτομα, δηλαδή σχεδόν το ήμισυ (48%) του συνολικού αριθμού των απασχολουμένων σε επιχειρήσεις. Παρήγαγαν τζίρο ύψους 11,9 τρισεκατομμυρίων ευρώ, που αντιπροσώπευε το 31% του συνολικού τζίρου (38,3 τρισεκατομμύρια ευρώ).
Οι 240.000 μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (50-249 άτομα) αποτελούσαν το 0,8% του συνόλου των επιχειρήσεων, αντιπροσωπεύοντας το 15% της απασχόλησης και το 18% του τζίρου.
Παρόλο που οι μεγάλες επιχειρήσεις (με περισσότερα από 249 άτομα) αντιπροσώπευαν μόνο το 0,2% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων, απασχολούσαν πάνω από το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων (37%) και παρήγαγαν πάνω από το μισό (51%) του τζίρου.
Ο βιομηχανικός τομέας είχε τον μεγαλύτερο τζίρο το 2022, παράγοντας πάνω από το ένα τρίτο του τζίρου (13,6 τρισεκατομμύρια ευρώ, 35%) και απασχολούσε περίπου το ένα πέμπτο του εργατικού δυναμικού των επιχειρήσεων (33,4 εκατομμύρια άτομα, 21%). Ωστόσο, στον αριθμό των επιχειρήσεων, ήταν ο μικρότερος τομέας με μόλις 8% (2,4 εκατομμύρια) του συνόλου των επιχειρήσεων.
Ο τομέας του εμπορίου, με 5,8 εκατομμύρια επιχειρήσεις, αντιπροσώπευε το 18% του συνολικού αριθμού. Οι 29,8 εκατομμύρια απασχολούμενοι εκεί παρήγαγαν το 29% (11,2 τρισεκατομμύρια ευρώ) του συνολικού τζίρου.
Ο τομέας των κατασκευών αντιπροσώπευε το 12% του συνολικού αριθμού των επιχειρήσεων, αλλά μόνο το 6% (2,1 τρισεκατομμύρια ευρώ) του συνολικού τζίρου. Σε αυτόν τον τομέα εργάζονταν 13,8 εκατομμύρια άτομα.
Σχετικά με τις μέσες δαπάνες για παροχές προς τους εργαζόμενους, το υψηλότερο ποσό βρέθηκε στον χρηματοοικονομικό και ασφαλιστικό τομέα (77.500 ευρώ), ακολουθούμενο από την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου (68.100 ευρώ) και τον τομέα πληροφορικής και επικοινωνιών (67.530 ευρώ).
Ο μέσος όρος για το σύνολο της επιχειρηματικής οικονομίας ήταν 41.340 ευρώ. Οι τομείς με τις χαμηλότερες μέσες δαπάνες για παροχές ήταν η διαμονή και οι υπηρεσίες εστίασης (20.630 ευρώ), η εκπαίδευση (28.730 ευρώ) και οι διοικητικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες (29.940 ευρώ). Αυτές οι διαφορές οφείλονται στα διαφορετικά επίπεδα μισθών στους διάφορους κλάδους, καθώς και στο ποσοστό των ατόμων που εργάζονται μερικής ή πλήρους απασχόλησης.
Στον μεταποιητικό τομέα, η μέση δαπάνη για παροχές προς τους εργαζόμενους ήταν 48.090 ευρώ, ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο για την επιχειρηματική οικονομία. Για αυτόν τον τομέα, υπάρχουν πληροφορίες κατά κατηγορίες μεγέθους απασχόλησης. Αυτές δείχνουν ότι η μέση δαπάνη για παροχές είναι σημαντικά υψηλότερη στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις από ό,τι στις μικρότερες: στις επιχειρήσεις με 0 έως 9 εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους ήταν 28.510 ευρώ, σε σύγκριση με 40.820 ευρώ (στις επιχειρήσεις με 50 έως 249 άτομα) και 59.460 ευρώ (σε επιχειρήσεις με 250 ή περισσότερα άτομα).
Για το 2022, από το σύνολο των επιχειρήσεων στην ΕΕ, που ξεπερνάει τα 32 εκατομμύρια, τα 3,4 εκατομμύρια ήταν νέες επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν εκείνο το έτος. Σύμφωνα με προκαταρκτικά δεδομένα, καταγράφηκαν 2,8 εκατομμύρια τερματισμοί λειτουργίας επιχειρήσεων. Ο ρυθμός ίδρυσης επιχειρήσεων ήταν 10,5%, ενώ ο προκαταρκτικός ρυθμός κλεισίματος ήταν 8,7%.
Στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, το 2022, ιδρύθηκαν περισσότερες εταιρείες από όσες διαλύθηκαν. Οι εξαιρέσεις ήταν η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Δανία, η Πολωνία και η Γερμανία, όπου τα ποσοστά κλεισίματος επιχειρήσεων ήταν υψηλότερα από τα ποσοστά ίδρυσης.
Τα υψηλότερα ποσοστά ίδρυσης επιχειρήσεων καταγράφηκαν στη Λιθουανία (18,3%), στην Πορτογαλία (16,7%) και στην Εσθονία (16,6%). Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Αυστρία (6,2%), τη Δανία (7,4%) και την Ιταλία (7,9%).
Τα υψηλότερα ποσοστά κλεισίματος επιχειρήσεων καταγράφηκαν στην Εσθονία (25,1%), τη Βουλγαρία (20,6%) και την Ιρλανδία (15,6%), σύμφωνα με προκαταρκτικά δεδομένα. Τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Ελλάδα (3,1%), το Βέλγιο (5,2%) και την Κύπρο (5,8%).