Βρισκόμαστε στα τέλη του 1974. Σε ένα πολυσύχναστο περίπτερο κοντά στο Χάρβαρντ, ανάμεσα σε στοίβες από εφημερίδες και περιοδικά, ο Πολ Άλεν, ένας 22χρονος προγραμματιστής που εργάζεται στην Honeywell στη Βοστώνη, πέφτει πάνω σε κάτι που του κεντρίζει το ενδιαφέρον. Είναι το εξώφυλλο του Popular Electronics, ενός περιοδικού για λάτρεις της τεχνολογίας. Το τεύχος Ιανουαρίου 1975 παρουσιάζει τον Altair 8800, έναν μικροϋπολογιστή σε μορφή κιτ που δεν μοιάζει με τίποτα άλλο στην αγορά.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι εντυπωσιακός στην όψη. Είναι ένα απλό μεταλλικό κουτί με διακόπτες στην πρόσοψη και μικρά κόκκινα LED, χωρίς πληκτρολόγιο ή οθόνη. Κοστίζει 439 δολάρια, κάτι που τον κάνει προσιτό σε χομπίστες που θέλουν να τον συναρμολογήσουν μόνοι τους. Ο Άλεν, με το μυαλό να «τρέχει» σε διάφορες ιδέες, παίρνει στα χέρια του το περιοδικό και τρέχει στο Currier House, τις φοιτητικές εστίες του Χάρβαρντ, για να το δείξει στον Μπιλ Γκέιτς, έναν 19χρονο φοιτητή που περνά τις μέρες του ανάμεσα σε μαθήματα και πειράματα με υπολογιστικά συστήματα. «Σταμάτα τα πάντα, πρέπει να ξεκινήσουμε μια εταιρεία», του λέει. Αυτή η στιγμή είναι η σπίθα που θα γεννήσει τη Microsoft, μια εταιρεία που θα εξελιχθεί σε παγκόσμιο τεχνολογικό κολοσσό.
Οι δυο τους δεν είναι απλοί γνωστοί – έχουν μια βαθιά φιλία που ξεκίνησε στο Lakeside School, ένα ιδιωτικό σχολείο στο Σιάτλ. Εκεί, στα τέλη της δεκαετίας του ’60, είχαν την τύχη να πειραματιστούν με ένα τερματικό, μια συσκευή που έμοιαζε με γραφομηχανή και συνδεόταν με έναν mainframe – έναν τεράστιο υπολογιστή, σαν γιγάντιο εγκέφαλο, που μπορούσε να εξυπηρετεί πολλούς χρήστες ταυτόχρονα. Έμαθαν να γράφουν προγράμματα και μάλιστα «χάκαραν» το σύστημα, βρίσκοντας έξυπνους τρόπους να το ξεγελάσουν για να κερδίσουν περισσότερο χρόνο χρήσης. Αυτή η εμπειρία τους έδειξε πόσο ισχυρό μπορεί να είναι το λογισμικό, οι οδηγίες, επί της ουσίας, που λένε σε έναν υπολογιστή τι να κάνει.
Κοιτάζοντας το εξώφυλλο του Altair, βλέπουν κάτι ξεχωριστό. Το μηχάνημα τροφοδοτείται από τον Intel 8080, έναν μικροεπεξεργαστή, μια μικρή «καρδιά» που χτυπά με 8-bit – δηλαδή μπορεί να χειριστεί πληροφορίες σε κομμάτια των 8 ψηφίων (0 και 1). Είναι ο πρώτος μικροϋπολογιστής που πούλησε σε μεγάλους αριθμούς και ενσωμάτωνε το S-100 bus, έναν τρόπο να συνδέεις επιπλέον εξαρτήματα. Όμως, χωρίς λογισμικό, είναι απλώς ένα κουτί. Ο Άλεν και ο Γκέιτς αποφασίζουν να του δώσουν ζωή γράφοντας έναν διερμηνέα BASIC — ένα πρόγραμμα που παίρνει απλές εντολές και τις μεταφράζει σε γλώσσα που καταλαβαίνει ο Altair.
Η δουλειά τους δεν είναι εύκολη. Δεν έχουν στα χέρια τους έναν Altair, ούτε μπορούν να αγγίξουν τον Intel 8080. Έχουν, όμως, τη γνώση τους γύρω από τη BASIC, μια γλώσσα προγραμματισμού που μοιάζει με απλά αγγλικά, από τις μέρες τους στο Lakeside, μαζί με τα τεχνικά εγχειρίδια του 8080 και πρόσβαση σε έναν PDP-10 στο Χάρβαρντ. Ο PDP-10 είναι ένας ισχυρός υπολογιστής, σαν ένα μεγάλο εργαστήριο που μπορεί να κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Ο Άλεν προτείνει να φτιάξουν έναν προσομοιωτή, κάτι που θυμίζει ένα παιχνίδι ρόλων, όπου ο PDP-10 προσποιείται ότι είναι ο 8080, ώστε να δοκιμάσουν τον κώδικά τους χωρίς να χρειάζονται το πραγματικό μηχάνημα.
Ξεκινούν αμέσως, δουλεύοντας μέρα και νύχτα για οκτώ εβδομάδες. Ο Άλεν φτιάχνει τον προσομοιωτή, ενώ ο Γκέιτς δουλεύει τον διερμηνέα, φροντίζοντας να χωράει στα 4KB μνήμης του Altair — κάτι σαν μια μικρή αποθήκη που χωράει μόνο 4.096 χαρακτήρες, ελάχιστα σε σχέση με τα terabytes που έχουμε σήμερα στα smartphone μας. Ο Μόντε Ντέιβιντοφ, ένας φίλος τους από το Χάρβαρντ, προσθέτει τη δυνατότητα για υπολογισμούς με δεκαδικούς αριθμούς, όπως το 3.14, αντί μόνο με ακέραιους αριθμούς, κάνοντας το πρόγραμμα πιο χρήσιμο για όλους. Στις αρχές του 1975, ο κώδικας είναι έτοιμος, και ο Άλεν πετάει για το Αλμπουκέρκι, όπου βρίσκεται η MITS, η εταιρεία που έφτιαξε τον Altair.
Καθώς πετάει, ο Άλεν συνειδητοποιεί ότι ξέχασαν κάτι σημαντικό: έναν «bootstrap loader». Αυτό είναι σαν ένας μικρός «οδηγός» που λέει στον Altair πώς να διαβάσει τον κώδικα από μια διάτρητη ταινία χαρτιού – κάτι σαν μια παλιά κασέτα με τρύπες αντί για ήχο, που κρατάει τις οδηγίες. Χωρίς αυτό, ο κώδικας δεν μπορεί να μπει στη μνήμη του μηχανήματος. Με ένα σημειωματάριο στο χέρι, ο Άλεν γράφει τον loader σε γλώσσα μηχανής 8080 – σαν να γράφει έναν κώδικα με αριθμούς αντί για λέξεις, κάτι που μόνο οι υπολογιστές καταλαβαίνουν. Φτάνοντας στο Αλμπουκέρκι, τον Μάρτιο του 1975, συνδέει την ταινία, φορτώνει τον κώδικα και πληκτρολογεί «PRINT 2+2» σε ένα προσωρινό τερματικό, μια συσκευή σαν πληκτρολόγιο που δείχνει αποτελέσματα.
Τα λαμπάκια αναβοσβήνουν και εμφανίζεται το «4». Η MITS εντυπωσιάζεται και αγοράζει τα δικαιώματα του Altair BASIC. Στις 4 Απριλίου 1975, ο Γκέιτς και ο Άλεν ιδρύουν τη Microsoft στο Αλμπουκέρκι. Ο Άλεν σκέφτεται το όνομα «Micro-Soft», συνδυάζοντας τις λέξεις «microcomputer» (μικροϋπολογιστής) και «software» (λογισμικό), κάτι που φαίνεται και σε μια επιστολή του Γκέιτς τον Νοέμβριο του 1975. Η εταιρεία ξεκινά με τρεις υπαλλήλους: τον Γκέιτς, τον Άλεν και τον Ρικ Γουάιλαντ, έναν παλιό φίλο τους από το Λέικσαϊντ. Μέχρι το τέλος του 1975, τα έσοδά τους φτάνουν τα 16.005 δολάρια – μικρό ποσό, αλλά μεγάλο ξεκίνημα.
Το Altair BASIC δεν είναι κάτι εντυπωσιακό σήμερα, με τη μνήμη του να χωράει μόνο 4KB – σαν να γεμίζεις ένα μικρό σημειωματάριο με οδηγίες. Όμως, το 1975, είναι μαγικό. Επιτρέπει σε χομπίστες να γράψουν απλά προγράμματα, όπως «10 PRINT ‘HELLO’; 20 GOTO 10», που κάνει τον υπολογιστή να λέει «HELLO» ξανά και ξανά, σαν να μιλάει. Το 1976, ο Γκέιτς γράφει την «Επιστολή προς τους Χομπίστες», ένα γράμμα που λέει στους φαν της τεχνολογίας να σταματήσουν να αντιγράφουν το πρόγραμμα χωρίς να πληρώνουν, γιατί αυτό μειώνει τα έσοδά τους. Το πρώτο λογότυπο της Microsoft, σχεδιασμένο από τον Σάιμον Ντάνιελς, έχει στυλ της δεκαετίας του ’70, με στρογγυλά γράμματα και γραμμές που παχαίνουν προς τα έξω, σαν να βγήκε από disco.
Στις 26 Νοεμβρίου 1976, η εταιρεία καταχωρείται επίσημα ως «Micro-Soft» στο Νέο Μεξικό. Μέχρι το 1978, η ομάδα της μεγαλώνει. Την 1η Νοεμβρίου 1978, ανοίγει το πρώτο διεθνές γραφείο, το «ASCII Microsoft», στην Ιαπωνία. Και δεν μένει στάσιμη. Την 1η Ιανουαρίου 1979, μετακομίζει στο Μπέλβιου της Ουάσινγκτον, γιατί στο Αλμπουκέρκι είναι δύσκολο να βρουν καλούς προγραμματιστές. Στις 29 Νοεμβρίου 1979, ο Γκέιτς χρησιμοποιεί πρώτη φορά το «Microsoft» χωρίς παύλα, δείχνοντας μια πιο μοντέρνα ταυτότητα. Το 1980, η εταιρεία βγάζει το Z-80 SoftCard, ένα έξτρα κομμάτι εξοπλισμού που επιτρέπει στον Apple II να τρέξει το CP/M — σαν να δίνεις σε ένα παλιό αυτοκίνητο έναν καινούριο κινητήρα για να κάνει περισσότερα.
Πουλάει 5.000 κομμάτια σε τρεις μήνες, στην τιμή των 349 δολαρίων. Τον Αύγουστο του 1980, ανακοινώνουν το Xenix, μια έκδοση του Unix που αδειοδοτήθηκε από την AT&T – ένα λειτουργικό σύστημα που αργότερα θα φιλοξενήσει εφαρμογές όπως το Microsoft Word. Στις 11 Ιουνίου 1980, ο Στιβ Μπάλμερ μπαίνει στην ομάδα, ένας άνθρωπος που αργότερα θα γίνει διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, από το 2000 έως το 2014. Τον Ιούλιο του 1980, η IBM, ο κολοσσός των υπολογιστών, ζητά από τη Microsoft να βοηθήσει με τον νέο IBM PC. Όταν οι συζητήσεις με μια άλλη εταιρεία αποτυγχάνουν, η Microsoft αγοράζει το 86-DOS από την Seattle Computer Products για λιγότερο από 100.000 δολάρια, το βελτιώνει, το ονομάζει PC DOS και το παρέχει στην IBM.
Αυτή η συμφωνία αποδεικνύεται εξαιρετικά σημαντική. Το PC DOS κοστίζει μόνο 40 δολάρια, ενώ το ανταγωνιστικό CP/M φτάνει τα 240, και γίνεται ο βασιλιάς των υπολογιστών. Στις 25 Ιουνίου 1981, η Microsoft γίνεται «Microsoft Corporation, Inc» στην Ουάσινγκτον, με τον Γκέιτς πρόεδρο και τον Άλεν αντιπρόεδρο. Το 1983, ο Άλεν αποχωρεί από την καθημερινή λειτουργία λόγω μιας σοβαρής αρρώστιας, της λεμφωματώδους νόσου Hodgkin, αλλά παραμένει στο διοικητικό συμβούλιο για να βοηθάει εξ αποστάσεως.
Η Microsoft συνεχίζει να μεγαλώνει, με το MS-DOS να κυριαρχεί στους συμβατούς IBM PC. Το 2021, για τα 46α γενέθλιά της, η εταιρεία παρουσιάζει ένα λογότυπο που θυμίζει το παλιό σχέδιο του 1975, βαμμένο σε μπλε, κόκκινο, πράσινο και κίτρινο. Το 2025, στην 50ή επέτειο, ο Γκέιτς γράφει στο GatesNotes ότι είναι «γλυκόπικρο» να γιορτάζει χωρίς τον Άλεν, που πέθανε το 2018. Δίνει στον κόσμο τον πηγαίο κώδικα του Altair BASIC, τον προσομοιωτή και τον loader, σαν δώρο για να θυμούνται τον φίλο του και την αρχή που άλλαξε τα πάντα.