Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την επιβολή τέλους διαχείρισης σε μικροδέματα αξίας κάτω των 150 ευρώ, τα οποία αποστέλλονται απευθείας σε καταναλωτές από πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, κυρίως από την Κίνα. Η πρόταση περιλαμβάνει ενιαίο τέλος δύο ευρώ για τις εθνικές τελωνειακές αρχές των 27 κρατών-μελών, με στόχο την κάλυψη του κόστους ελέγχων και την αποσυμφόρηση του συστήματος από τον αυξανόμενο όγκο εισαγωγών χαμηλής αξίας.
Το τέλος θα επιβαρύνει τις ίδιες τις εταιρείες, όπως οι Temu και Shein, και θα αφορά πακέτα που αποστέλλονται απευθείας σε καταναλωτές. Αντίθετα, για αποστολές που προορίζονται για αποθήκες εντός της ΕΕ θα ισχύει μειωμένο τέλος 0,50 ευρώ. Σύμφωνα με επιστολή που απηύθυνε ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφτσοβιτς, προς τις εθνικές κυβερνήσεις, το μέτρο θα εφαρμόζεται αποκλειστικά σε αποστολές αξίας κάτω των 150 ευρώ, οι οποίες μέχρι σήμερα απαλλάσσονταν από τελωνειακούς δασμούς.
Ο Σέφτσοβιτς δήλωσε ότι στόχος είναι η αποζημίωση του κόστους που συνεπάγεται για τις τελωνειακές υπηρεσίες ο τεράστιος αριθμός εισερχόμενων δεμάτων, που το 2023 ξεπέρασε τα 4,6 δισεκατομμύρια, με πάνω από το 90% να προέρχεται από την Κίνα. Παράλληλα, υπογράμμισε την ανάγκη οι αποστολές να συγκεντρώνονται σε αποθήκες και να διανέμονται εντός της Ένωσης, ώστε να διευκολύνεται ο έλεγχος και να περιορίζεται η πίεση στους τελωνειακούς μηχανισμούς.
Ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης σημείωσε ότι ένα από τα βασικά προβλήματα της υφιστάμενης κατάστασης είναι πως «οι μεμονωμένοι καταναλωτές έχουν καταστεί οι ίδιοι εισαγωγείς», γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατο τον ουσιαστικό έλεγχο ασφάλειας στα προϊόντα που φτάνουν στην ΕΕ. Επιπλέον, η συνεχιζόμενη αύξηση του όγκου αυτών των αποστολών προκαλεί αθέμιτο ανταγωνισμό για τους Ευρωπαίους παραγωγούς και επιβαρύνει το περιβάλλον, καθώς πολλά από τα προϊόντα είναι χαμηλής ποιότητας και σύντομης διάρκειας ζωής.
Η πρόταση για το τέλος εντάσσεται σε ευρύτερη τελωνειακή μεταρρύθμιση, την οποία παρουσίασε ο Σέφτσοβιτς στην Επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η μεταρρύθμιση προβλέπει τη δημιουργία μιας Ενιαίας Τελωνειακής Αρχής της ΕΕ και ενός ενιαίου πληροφοριακού συστήματος, που θα εξυπηρετεί τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τις εθνικές τελωνειακές διοικήσεις. Το νέο τέλος αναμένεται να λειτουργήσει ως μεταβατικό μέτρο, έως ότου τεθεί σε ισχύ η κατάργηση της απαλλαγής για πακέτα αξίας κάτω των 150 ευρώ.
Η Κομισιόν εισηγείται να ξεκινήσει η εφαρμογή της μεταρρύθμισης ήδη από το 2025, αντί για το 2028, όπως είχε προβλεφθεί αρχικά. Στο πλαίσιο αυτό, το ενιαίο τέλος θα καλύπτει την ενδιάμεση περίοδο και θα συμβάλει, σύμφωνα με τις Βρυξέλλες, τόσο στην αποδοτικότητα των ελέγχων όσο και στην ενίσχυση των εσόδων της ΕΕ.
Ο Ολλανδός ευρωβουλευτής Ντιρκ Γκότινκ, εισηγητής για τη μεταρρύθμιση, δήλωσε ότι θα πρέπει να εξασφαλιστεί ευνοϊκότερη μεταχείριση για τους εισαγωγείς που επιλέγουν τη χονδρική αποστολή προϊόντων αντί για μεμονωμένα πακέτα. Παράλληλα, τόνισε ότι αυτά τα δέματα κάθε άλλο παρά φθηνά είναι για την κοινωνία, καθώς συνεπάγονται υψηλό κόστος για τον έλεγχο, τη διαχείριση αποβλήτων και τον ανταγωνισμό.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθεται επίσης να ενισχύσει το κανονιστικό πλαίσιο για τις πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως η Shein και η Temu, ζητώντας τους να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για τη συμμόρφωση των προϊόντων τους με τους ευρωπαϊκούς κανόνες. «Δεν μπορούμε απλώς να αποδεχτούμε ότι κανείς δεν έχει την ευθύνη ή ότι δεν διασφαλίζεται η τήρηση των βασικών υποχρεώσεων», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Σέφτσοβιτς.