Κεντρικό μήνυμα κατά του προστατευτισμού έστειλε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τη Σύνοδο της G7, καλώντας τα κράτη-μέλη να διατηρήσουν το εμπόριο μεταξύ τους δίκαιο, προβλέψιμο και ανοιχτό, αποφεύγοντας προστατευτικά μέτρα. «Όλοι μας πρέπει να αποφύγουμε τα προστατευτικά μέτρα. Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα που η G7 μπορεί να στείλει στις αγορές και στον κόσμο», ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι οι δασμοί τελικά επιβαρύνουν τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις των χωρών εισαγωγής.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής επεσήμανε πως η παγκόσμια οικονομία έχει περάσει δύο δεκαετίες διαδοχικών κρίσεων, από τις χρηματοπιστωτικές αναταράξεις έως τον μεταπανδημικό πληθωρισμό και την ενεργειακή κρίση που προκάλεσε η Ρωσία, με τις εμπορικές εντάσεις να παραμένουν έντονες. «Οι κίνδυνοι δεν είναι πλέον αφηρημένοι. Είναι υπαρκτοί και αυξάνονται», σημείωσε, προσθέτοντας: «Όταν οι επιχειρήσεις δεν είναι σίγουρες για το τι θα αντιμετωπίσουν αύριο, αναβάλλουν τις επενδύσεις σήμερα. Όταν τα νοικοκυριά περιμένουν αυξήσεις τιμών, σταματούν να καταναλώνουν». Υπογράμμισε δε την ανάγκη για ειλικρινή συζήτηση μεταξύ των εταίρων της G7, ώστε να αποκατασταθεί το αίσθημα σταθερότητας και προβλεψιμότητας, επισημαίνοντας: «Είμαστε βαθιά συνδεδεμένοι, πράγμα που σημαίνει ότι οι κίνδυνοι πρέπει να αντιμετωπίζονται από κοινού. Οι δασμοί, για παράδειγμα, δεν επηρεάζουν μόνο τους εξαγωγείς. Είναι σαν φόροι, που πληρώνονται από οικογένειες και επιχειρήσεις στις χώρες εισαγωγής».
Στο μέτωπο της οικονομικής ασφάλειας, η επικεφαλής της Κομισιόν αναφέρθηκε στις επιθετικές εμπορικές πρακτικές από οικονομίες που δεν λειτουργούν με βάση τους κανόνες της αγοράς, όπως η βιομηχανική υπερπαραγωγή και η εργαλειοποίηση των οικονομικών εξαρτήσεων. «Πρέπει να δοθεί τέλος στην εποχή της παγκοσμιοποίησης χωρίς όρια προστασίας», τόνισε, καλώντας σε διαφοροποίηση και ενίσχυση των αλυσίδων εφοδιασμού σε πρώτες ύλες, στενότερη συνεργασία για κρίσιμα ορυκτά και συλλογική αντιμετώπιση των στρεβλώσεων σε τομείς όπως ο χάλυβας και τα φαρμακευτικά προϊόντα.
Στη γεωπολιτική ατζέντα της Συνόδου, η Πρόεδρος της Επιτροπής εστίασε στην κατάσταση στην Ουκρανία, αναφέροντας ότι ο Πρόεδρος Ζελένσκι έχει δείξει προθυμία για άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, ενώ ο Πρόεδρος Πούτιν κλιμακώνει τις επιθέσεις. «Για να επιτευχθεί ειρήνη μέσω ισχύος, πρέπει να ασκήσουμε περισσότερη πίεση στη Ρωσία ώστε να διασφαλιστεί πραγματική κατάπαυση του πυρός, να φέρουμε τη Ρωσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να τερματίσουμε αυτόν τον πόλεμο», τόνισε, επισημαίνοντας τον ρόλο των κυρώσεων: «Ως αποτέλεσμα των συνδυασμένων κυρώσεων της G7 και της ΕΕ, τα έσοδα της Ρωσίας από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έχουν μειωθεί σχεδόν κατά 80% από την αρχή του πολέμου. Έτσι, οι κυρώσεις λειτουργούν. Και θα κάνουμε περισσότερα». Ανέφερε επίσης πως η ΕΕ και τα κράτη μέλη της έχουν κινητοποιήσει σχεδόν 150 δισεκατομμύρια ευρώ για την Ουκρανία, ενώ ζήτησε σχεδιασμό για στήριξη και μετά το 2026.
Αναφορικά με τη Μέση Ανατολή, εξέφρασε τη βαθιά ανησυχία της για την κλιμάκωση μετά τα χτυπήματα Ισραήλ–Ιράν, τονίζοντας: «Επανέλαβα τη δέσμευση της Ευρώπης για ειρήνη και σταθερότητα στη Μέση Ανατολή. Στο πλαίσιο αυτό, το Ισραήλ έχει το δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Το Ιράν είναι η κύρια πηγή περιφερειακής αστάθειας. Ήμασταν πάντα σαφείς: το Ιράν δεν μπορεί ποτέ να αποκτήσει πυρηνικό όπλο». Παράλληλα, τόνισε ότι «μια διπλωματική λύση παραμένει ο καλύτερος τρόπος μακροπρόθεσμα για την αντιμετώπιση των ανησυχιών σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν», και διαβεβαίωσε ότι η Ευρώπη «παραμένει δεσμευμένη στην εξεύρεση διαρκούς λύσης μέσω διαπραγμάτευσης». Επεσήμανε ακόμη ότι τα πρόσφατα γεγονότα υπογραμμίζουν τη διαρκώς αυξανόμενη διασύνδεση ανάμεσα στις συγκρούσεις στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, καθώς «ίδιας κατασκευής ιρανικά drones και βαλλιστικοί πύραυλοι πλήττουν αδιακρίτως πόλεις σε Ουκρανία και Ισραήλ».
Τέλος, αναφέρθηκε στη σημασία της ενότητας της G7, σημειώνοντας πως «σχεδόν πενήντα χρόνια μετά, η G7 έχει αποδείξει την αξία της ως φόρουμ παγκόσμιας ηγεσίας». Υπογράμμισε πως η συμμετοχή χωρών όπως η Βραζιλία, η Ινδία, η Νότια Αφρική, η Νότια Κορέα, η Αυστραλία και το Μεξικό ενισχύει περαιτέρω τη δυναμική της ομάδας. «Είμαστε και θα παραμείνουμε σταθεροί υποστηρικτές της δημοκρατίας, της ανοιχτότητας και της συνεργασίας», κατέληξε η Πρόεδρος της Επιτροπής, προσθέτοντας πως σήμερα η Ευρώπη «διαδραματίζει πλήρως τον ρόλο της στη διεθνή σκηνή, έτοιμη να διαμορφώσει το μέλλον μαζί με τους στενότερους εταίρους της».