Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προχώρησε στην έγκριση προτάσεων που στοχεύουν στην ενίσχυση των ελέγχων και της διαχείρισης της αυξανόμενης ροής φθηνών και δυνητικά επικίνδυνων προϊόντων ηλεκτρονικού εμπορίου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, πολλά από τα οποία δεν πληρούν τα απαιτούμενα πρότυπα ασφάλειας και ποιότητας.
Η σχετική έκθεση αναδεικνύει το βάρος που σηκώνουν οι τελωνειακές και εποπτικές αρχές, καλούμενες να διασφαλίσουν τον έλεγχο περίπου 12 εκατομμυρίων μικρών πακέτων ηλεκτρονικού εμπορίου που εισέρχονται καθημερινά στην ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται να ενθαρρυνθεί η δημιουργία αποθηκών από εμπόρους τρίτων χωρών σε ευρωπαϊκό έδαφος, προκειμένου να διευκολύνονται οι μαζικοί τελωνειακοί και ποιοτικοί έλεγχοι πριν από τη διανομή στους καταναλωτές. Παράλληλα, στηρίζεται η κατάργηση του ορίου απαλλαγής από τελωνειακούς δασμούς και ΦΠΑ για εμπορεύματα αξίας κάτω των 150 ευρώ, καθώς διαπιστώνεται εκτεταμένη καταστρατήγηση του πλαισίου με στόχο την αποφυγή επιβαρύνσεων.
Συγκρατημένη στήριξη εκφράζεται και στην επιβολή τέλους διαχείρισης 2 ευρώ ανά μικρό δέμα ηλεκτρονικού εμπορίου από τρίτες χώρες, υπό την προϋπόθεση ότι το μέτρο παραμένει αναλογικό και δεν μετακυλίεται αδικαιολόγητα στους καταναλωτές, ενώ δίνεται έμφαση στην ανάγκη ψηφιοποίησης των τελωνειακών ελέγχων με τη χρήση τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης και αλυσίδας συστοιχιών. Καλούνται τα κράτη μέλη να ενισχύσουν τη χρηματοδότηση των τελωνειακών υπηρεσιών για την υιοθέτηση σύγχρονων εργαλείων, ενώ παράλληλα υπογραμμίζεται η ανάγκη εφαρμογής του νέου ρυθμιστικού πλαισίου για τις ψηφιακές υπηρεσίες, την ασφάλεια των προϊόντων, τις ψηφιακές αγορές και την εποπτεία της αγοράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα η επίδραση των κινεζικών πλατφορμών ηλεκτρονικού εμπορίου είναι ιδιαίτερα έντονη. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΕΕ, το 2024 το 91% των μικροδεμάτων που εισήλθαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση προήλθαν από την Κίνα, με κυρίαρχες πλατφόρμες την Temu και τη Shein. Ο εκτιμώμενος ετήσιος τζίρος των αγορών προϊόντων αξίας έως 150 ευρώ από τις κινεζικές πλατφόρμες στην Ελλάδα ανήλθε σε 529 έως 627 εκατομμύρια ευρώ, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 17,6% έως 20,9% της συνολικής εγχώριας αγοράς ηλεκτρονικού εμπορίου. Με άλλα λόγια, σχεδόν ένα στα πέντε ευρώ που δαπανάται στο ελληνικό ηλεκτρονικό εμπόριο καταλήγει σε ασιατικές εταιρείες, γεγονός που αναδεικνύει τον ρυθμό μεταφοράς τζίρου εκτός ελληνικής οικονομίας.
Το καθεστώς «de minimis», που επιτρέπει την αδασμολόγητη εισαγωγή προϊόντων αξίας έως 150 ευρώ, έχει οδηγήσει σε στρεβλώσεις ανταγωνισμού και σημαντικές απώλειες δημοσίων εσόδων. Η συνολική δημοσιονομική απώλεια για το ελληνικό κράτος εκτιμάται μεταξύ 188,1 και 204,3 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως, ενώ παράλληλα καταγράφεται απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας. Η διείσδυση των κινεζικών πλατφορμών έχει ενισχύσει το φαινόμενο του αθέμιτου ανταγωνισμού, καθώς συχνά παρακάμπτονται οι τελωνειακοί έλεγχοι και τα προϊόντα δεν πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κατηγοριοποιήσει τις Temu και Shein ως «Πολύ Μεγάλες Διαδικτυακές Πλατφόρμες», υπό το νέο Κανονισμό για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες, επιβάλλοντας αυξημένες υποχρεώσεις διαφάνειας και προστασίας προσωπικών δεδομένων.
Αξιοσημείωτη είναι η επιθετική στρατηγική μάρκετινγκ των εν λόγω πλατφορμών, με αξιοποίηση κοινωνικών δικτύων, influencers και αυξημένη διαφημιστική δαπάνη, που οδήγησε σε άνοδο του κόστους διαφήμισης και στην ταχύτερη διείσδυση στις νεότερες ηλικίες. Ως απάντηση, οι ελληνικοί φορείς προτείνουν ένα πακέτο άμεσων μέτρων, όπως κατάργηση του καθεστώτος «de minimis», επιβολή τέλους διαχείρισης, αυστηροποίηση των ελέγχων και παροχή κινήτρων για την ψηφιακή ενίσχυση των εγχώριων επιχειρήσεων. Παράλληλα, κρίνεται αναγκαία η ενίσχυση της λειτουργικής ικανότητας των τελωνειακών αρχών και η θέσπιση μηχανισμών ελέγχου έως ότου ολοκληρωθούν οι ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις, ώστε να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού και να προστατευθούν τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές.



