Μια νέα έρευνα της Accenture αναδεικνύει ότι απαιτούνται άμεσες δράσεις, προκειμένου οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να επιταχύνουν την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης (ΤΝ) και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Οι εταιρείες στην Ευρώπη πρέπει να εφαρμόσουν ταχύτερα και σε μεγαλύτερη κλίμακα λύσεις ΤΝ, προκειμένου να μειωθεί το διαρκώς αυξανόμενο χάσμα παραγωγικότητας και να ενισχυθεί η συνολική οικονομική θέση της Ευρώπης. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της πρόσφατης μελέτης με τίτλο «Europe’s AI reckoning: Reinventing industries for a new era», που δημοσιεύθηκε από την Accenture.
Η έρευνα επισημαίνει ότι ο μέσος Ευρωπαίος εργαζόμενος φτάνει μόλις το 76% της παραγωγικότητας ενός εργαζομένου στις ΗΠΑ, συγκριτικά με την πολύ μικρότερη διαφορά που καταγραφόταν πριν από τρεις δεκαετίες. Η βασική αιτία για αυτή την απόκλιση θεωρείται η διαχρονική υποεπένδυση στις τεχνολογικές υποδομές.
Παρά το γεγονός ότι η πρόσφατη έκθεση Ντράγκι σχετικά με την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης αναγνώρισε την ΤΝ ως βασικό παράγοντα για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, η μελέτη της Accenture διαπιστώνει ότι πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες δεν έχουν ακόμη αξιοποιήσει επαρκώς αυτήν την ευκαιρία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 56% των 800 μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα δεν έχει ακόμα πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις μεγάλης κλίμακας σε λύσεις ΤΝ. Ωστόσο, εάν όλες οι μεγάλες εταιρείες της Ευρώπης (με ετήσια έσοδα άνω του €1 δισ.) ενίσχυαν τις δυνατότητές τους στην ΤΝ ώστε να φτάσουν στο επίπεδο των κορυφαίων επιχειρήσεων του κλάδου, θα μπορούσαν να προσθέσουν σχεδόν €200 δισ. ετησίως στα έσοδά τους.

Ο Mauro Macchi, CEO της Accenture για την περιοχή ΕΜΕΑ, δήλωσε: «Σε μια εποχή αυξανόμενης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, η εξεύρεση λύσης στο χάσμα παραγωγικότητας της Ευρώπης είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Η ΤΝ προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στην Ευρώπη να επανεφεύρει την οικονομία της και να ενισχύσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητά της. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σημειώνουν πρόοδο, αλλά πρέπει να αξιοποιήσουν περαιτέρω το cloud, να εκσυγχρονίσουν τις αρχιτεκτονικές δεδομένων τους και να εστιάσουν στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, ώστε να αξιοποιήσουν την ΤΝ ταχύτερα και να απελευθερώσουν την πλήρη δυναμική της. Στο πλαίσιο αυτό, μια συντονισμένη στρατηγική, που θα περιλαμβάνει κοινές υποδομές και επενδύσεις στην ΤΝ, θα αποτρέψει τον κατακερματισμό των πρωτοβουλιών και θα βοηθήσει τις επιχειρήσεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες να έχουν πρόσβαση σε ισχυρούς υπολογιστικούς πόρους, έρευνα και ανάπτυξη και κατάρτιση. Η Ευρώπη διαθέτει όλα τα εχέγγυα προκειμένου να αξιοποιήσει την επανάσταση της ΤΝ. Τώρα είναι η ώρα για δράση.»
Η έρευνα διαπιστώνει επίσης ότι οι μεγάλες εταιρείες υιοθετούν την ΤΝ ταχύτερα από τις μικρότερες, κάτι που ενδέχεται να επιδεινώσει περαιτέρω το πρόβλημα της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης. Αν και περίπου οι μισές (48%) από τις μεγαλύτερες εταιρείες της Ευρώπης έχουν ήδη πραγματοποιήσει τουλάχιστον μία σημαντική πρωτοβουλία ΤΝ, λιγότερο από το ένα τρίτο (31%) των μικρότερων έχει κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεδομένου ότι η Ευρώπη έχει υψηλότερη συγκέντρωση μικρών εταιρειών σε σχέση με τις ΗΠΑ, αυτή η διαφορά συνιστά σημαντική ευκαιρία.
Επιπλέον, η υιοθέτηση της ΤΝ διαφέρει σημαντικά ανάλογα με τον κλάδο. Τομείς όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η αεροδιαστημική και η άμυνα βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο υιοθέτησης, ενώ κλάδοι όπως οι τηλεπικοινωνίες και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας υστερούν αισθητά. Η έρευνα υπογραμμίζει ότι –δεδομένου ότι αυτοί οι κλάδοι παρέχουν βασικές υποδομές όπως τα ενεργειακά συστήματα και τα ψηφιακά δίκτυα– η περιορισμένη τους ανάπτυξη στον τομέα της ΤΝ συνιστά σοβαρό πρόβλημα για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Αντίστοιχα, ο τομέας της βιομηχανίας, που αντιπροσωπεύει περισσότερο από το ένα τέταρτο του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, δεν έχει αξιοποιήσει πλήρως τη δυναμική της ΤΝ.
Η μελέτη εντοπίζει επίσης βασικούς πυλώνες όπως η διαχείριση δεδομένων, η ανάπτυξη δεξιοτήτων, η ασφάλεια και η εκπαίδευση των εργαζομένων, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την επιτυχημένη αξιοποίηση της ΤΝ. Επιπλέον, προτείνονται συγκεκριμένες κατευθύνσεις δράσης για την υπέρβαση των εμποδίων και την ενίσχυση του οικοσυστήματος ΤΝ, με ιδιαίτερη έμφαση στις μικρότερες εταιρείες και την ανάπτυξη ενιαίας στρατηγικής σε όλη την Ευρώπη.
Τέλος, η έρευνα επισημαίνει τη σημασία της εκπαίδευσης και της ανάπτυξης δεξιοτήτων των εργαζομένων, καθώς το 60% των Ευρωπαίων εκφράζει ανησυχία για την απώλεια θέσεων εργασίας λόγω της ΤΝ, ενώ το 36% δεν νιώθει επαρκώς εκπαιδευμένο στη χρήση των νέων εργαλείων.

Ο Δρ. Γιώργος Πασσαλής, Data & AI Managing Director, Accenture, δήλωσε: «Η 16η Ιουλίου, Artificial Intelligence Day, μας υπενθυμίζει ότι η τεχνητή νοημοσύνη (AI) δεν αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά άμεση προτεραιότητα για την Ελλάδα και ευρύτερα για την Ευρώπη. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Accenture, η υπεύθυνη υιοθέτηση της παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να δημιουργήσει επιπλέον αξία €2,3 τρις στην Ευρώπη μέσα στα επόμενα 15 χρόνια, ενώ το 44% των ωρών εργασίας θα μπορούσε να ενισχυθεί μέσω AI.
Παρατηρείται ωστόσο ότι ενώ η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σχεδιάζει αύξηση των επενδύσεων στην AI στο προσεχές διάστημα, μόλις 35% σχεδιάζει να επενδύσει παράλληλα στο ανθρώπινο δυναμικό, θέτοντας σε κίνδυνο την αναπτυξιακή της δυναμική. Επιπρόσθετα, 56% των 800 μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δεν έχει ακόμα ολοκληρώσει μια ουσιαστικά μετασχηματιστική επένδυση ευρείας κλίμακας στην ΤΝ, με την κατάσταση να είναι ακόμη πιο ανησυχητική στις μικρότερες επιχειρήσεις.
Συνολικά, η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα σημαντικό χάσμα παραγωγικότητας, καθώς ο μέσος εργαζόμενος αγγίζει μόλις το 76% της απόδοσης ενός εργαζομένου στις ΗΠΑ. Η αξιοποίηση της AI αποτελεί καταλύτη για τη γεφύρωση αυτού του χάσματος, αλλά απαιτείται συντονισμένη στρατηγική, επενδύσεις σε δεδομένα και υποδομές cloud, και κυρίως ανάπτυξη ψηφιακού αλφαβητισμού. Η μετάβαση στην AI εποχή δεν αφορά μόνο την τεχνολογία, αλλά και τον τρόπο που εργαζόμαστε, μαθαίνουμε και δημιουργούμε αξία.
Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει την AI ως μοχλό ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης, ενισχύοντας σημαντικούς κλάδους της οικονομίας. Τώρα είναι η στιγμή να τολμήσουμε τη μετάβαση από τον πειραματισμό στη συστηματική υιοθέτηση, πάντα όμως με τον άνθρωπο στο επίκεντρο.»



