Η αποδοχή του ψηφιακού ευρώ εξαρτάται από την ικανοποίηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, όπως αποκαλύπτει έρευνα της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Καταναλωτών (BEUC), στην οποία συμμετείχε και η ΕΚΠΟΙΖΩ. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 10 χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιταλία, Πορτογαλία, Σλοβενία, Ισπανία και Ολλανδία) σε ένα δείγμα 10.227 καταναλωτών ηλικίας 14-74 ετών (8.688 ενήλικες και 1.539 έφηβοι). Σύμφωνα με τα ευρήματα, η ασφάλεια και η αξιοπιστία αποτελούν την κορυφαία απαίτηση για το 55% των καταναλωτών, ακολουθούμενες από την ευκολία στη χρήση (53%) και την απαίτηση για δωρεάν ή πολύ χαμηλού κόστους συναλλαγές (49%). Μάλιστα, το 87% δηλώνει ότι οι ψηφιακές πληρωμές πρέπει να παρέχονται δωρεάν, ενώ το 88% πιστεύει ότι κάθε τραπεζικός λογαριασμός θα πρέπει να προσφέρει δωρεάν κάρτα πληρωμής.
Παράλληλα με τις απαιτήσεις, η έρευνα αναδεικνύει και βαθιές ανησυχίες. Η παραβίαση της ιδιωτικότητας αποτελεί κύριο φόβο για το 81% των ενηλίκων και το 72% των εφήβων, καθιστώντας τις διαβεβαιώσεις για το απόρρητο απολύτως κρίσιμες. Επιπλέον, το 85% των ερωτηθέντων επιθυμεί να διατηρηθεί η ευρεία αποδοχή των μετρητών, εκφράζοντας την προσήλωσή του στο φυσικό χρήμα. Σημαντικό ποσοστό, συγκεκριμένα το 52% των ενηλίκων και το 46% των εφήβων, φοβάται ότι η έλευση νέων ψηφιακών μορφών χρήματος θα οδηγήσει στην απώλεια του δικαιώματος επιλογής της μεθόδου πληρωμής στο μέλλον, υποδηλώνοντας μια γενικότερη καχυποψία απέναντι σε μια πιθανή υποχρεωτικότητα.
Οι φόβοι αυτοί ενισχύονται από τις πραγματικές εμπειρίες των πολιτών. Τα τελευταία πέντε χρόνια, το 22% των ενηλίκων και το 18% των εφήβων στην Ευρώπη έχουν πέσει θύματα παραβίασης ασφαλείας ή απάτης. Στην Ελλάδα, το 14,8% των καταναλωτών έπεσε τουλάχιστον μία φορά θύμα υποκλοπής ή απάτης που σχετίζεται με τον τραπεζικό του λογαριασμό. Το αρχικό κείμενο της έρευνας διευκρινίζει περαιτέρω ότι, στο πλαίσιο της ίδιας περιόδου, το 18,2% των Ελλήνων ερωτηθέντων αντιμετώπισε περιστατικά που σχετίζονταν με την πιστωτική/χρεωστική του κάρτα και το 7,8% περιστατικά που αφορούσαν το ψηφιακό του πορτοφόλι. Η κατάσταση επιβαρύνεται από το γεγονός ότι το 55% των χρηστών ψηφιακών μεθόδων πληρωμής αναφέρει πως αντιμετωπίζει δυσκολίες, καθιστώντας σαφές ότι η επιτυχία του ψηφιακού ευρώ θα κριθεί τόσο στην τεχνολογική του αρτιότητα όσο και στην εμπιστοσύνη που θα εμπνεύσει.
Το αντικείμενο αυτών των προσδοκιών και ανησυχιών, το ψηφιακό ευρώ, του οποίου η φάση προετοιμασίας ξεκίνησε επίσημα την 1η Νοεμβρίου 2023, σχεδιάζεται ως το ψηφιακό ισοδύναμο των μετρητών, φέροντας την πλήρη εγγύηση και σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Θα λειτουργεί μέσω ενός «ψηφιακού πορτοφολιού», το οποίο οι πολίτες θα μπορούν να αποκτήσουν όχι μόνο μέσω των εμπορικών τραπεζών, αλλά και μέσω δημόσιων φορέων όπως τα ταχυδρομεία, διασφαλίζοντας την καθολική πρόσβαση. Το σύστημα θα υποστηρίζει τόσο διαδικτυακές όσο και εκτός σύνδεσης συναλλαγές. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην προστασία της ιδιωτικότητας στις offline πληρωμές, όπου, σύμφωνα με τον αξιωματούχο της ΕΚΤ, Piero Cipollone, τα δεδομένα θα είναι ορατά αποκλειστικά στον πληρωτή και τον αποδέκτη, προσφέροντας επίπεδο απορρήτου αντίστοιχο με αυτό των φυσικών μετρητών.
Σε αυτό το πλαίσιο, και σε ένα κρίσιμο βήμα προς τη δημιουργία του ψηφιακού ευρώ, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης κατέληξαν σε πολιτική συμφωνία κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Eurogroup στην Κοπεγχάγη. Η συμφωνία δεν αφορά την οριστικοποίηση ενός συγκεκριμένου ποσοτικού ορίου, αλλά τη θέσπιση της διαδικασίας μέσω της οποίας θα καθορίζονται τα όρια κατοχής του ψηφιακού νομίσματος για κάθε πολίτη, οριοθετώντας με σαφήνεια τους ρόλους του Συμβουλίου της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί την πολιτική βούληση για την επιτάχυνση του εγχειρήματος, το οποίο αποσκοπεί στη θωράκιση της νομισματικής κυριαρχίας της Ευρώπης στη νέα ψηφιακή εποχή.
Η επιτάχυνση των διαδικασιών θεωρείται στρατηγικής σημασίας, όπως υπογράμμισε στην παρέμβασή του ο Έλληνας Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, ο οποίος τόνισε: «Το κόστος ευκαιρίας από την καθυστέρηση υιοθέτησης του ψηφιακού ευρώ είναι σημαντικό. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε με γοργούς ρυθμούς, ώστε η Ευρώπη να μη βρεθεί πίσω στον παγκόσμιο ανταγωνισμό». Η τοποθέτησή του αντικατοπτρίζει την ευρύτερη αντίληψη στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ότι το ψηφιακό ευρώ αποτελεί βασικό εργαλείο για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου ανταγωνισμού από τα ιδιωτικά, κυρίως δολαριακά, σταθερά κρυπτονομίσματα (stablecoins) και για τη διατήρηση του ελέγχου στο νομισματικό πεδίο.



