Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, στην ομιλία της κατά τη Σύνοδο Κορυφής για την Ανταγωνιστικότητα στην Κοπεγχάγη, παρουσίασε τη στρατηγική για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομίας, εννέα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της τρέχουσας Επιτροπής, καλώντας σε άμεση μετάβαση από τη διάγνωση των προβλημάτων στην εφαρμογή συγκεκριμένων λύσεων. Η τοποθέτησή της εστίασε στην επιτακτική ανάγκη απελευθέρωσης του δυναμικού της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα ανέδειξε τις καθυστερήσεις στη νομοθετική διαδικασία, οι οποίες, όπως ανέφερε, εμποδίζουν την υλοποίηση κρίσιμων μεταρρυθμίσεων.
Η Πρόεδρος προσδιόρισε δύο βασικές διαρθρωτικές αδυναμίες, τις οποίες χαρακτήρισε ως «αχίλλειες πτέρνες» για την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ. Η πρώτη αφορά το υψηλό κόστος ενέργειας, για το οποίο υποστήριξε την ενίσχυση των επενδύσεων σε εγχώριες πηγές, όπως οι ανανεώσιμες και η πυρηνική ενέργεια, αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι το φυσικό αέριο θα παραμείνει αναγκαίο ως ενέργεια βάσης. Το Σχέδιο Δράσης για την Προσιτή Ενέργεια, όπως διευκρίνισε, περιλαμβάνει ευρύτερες δράσεις, όπως επενδύσεις σε δίκτυα και διασυνδέσεις. Η δεύτερη αδυναμία είναι η κατακερματισμένη κεφαλαιαγορά, όπου η Ευρώπη, παρότι διακρίνεται στην αποταμίευση, δεν διοχετεύει τα κεφάλαια αυτά σε επενδύσεις εντός της Ένωσης, ένα κενό που στοχεύει να καλύψει η Ένωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων.
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην απλούστευση του ρυθμιστικού πλαισίου και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Η von der Leyen αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε έξι οριζόντιες νομοθετικές πράξεις (omnibuses) που έχει καταθέσει η Επιτροπή και προβλέπουν μείωση του διοικητικού βάρους κατά 8 δισεκατομμύρια ευρώ. Επισήμανε, ωστόσο, ότι καμία δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, καθώς εκκρεμεί η συμφωνία μεταξύ των συν-νομοθετών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Απηύθυνε κάλεσμα στους θεσμούς να ολοκληρώσουν το έργο τους, στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας για την κατάργηση των εμποδίων στην Ενιαία Αγορά, όπως αυτά που αποτυπώνονται στη λίστα των λεγόμενων «famous terrible ten».
Η στρατηγική για την ανταγωνιστικότητα υποστηρίζεται από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και χρηματοδοτικές δεσμεύσεις. Μεταξύ αυτών, η Πρόεδρος ανέφερε τη δημιουργία ενός ταμείου για νεοφυείς και αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις (startup and scale-up fund), την πρόταση για ένα ταμείο ανταγωνιστικότητας ύψους 400 δισεκατομμυρίων ευρώ στον επόμενο προϋπολογισμό, και τον διπλασιασμό των πόρων του προγράμματος «Ορίζων Ευρώπη» για την καινοτομία. Παράλληλα, επισήμανε ότι η απλούστευση είναι αναγκαία και σε εθνικό επίπεδο για την αποφυγή της υπερ-ρύθμισης (gold plating), ενώ έθεσε ως προτεραιότητα και τη δημιουργία ενός «28ου καθεστώτος» για τη διευκόλυνση των διασυνοριακών δραστηριοτήτων, καθώς και την προώθηση της Συμφωνίας για μια Καθαρή Βιομηχανία (Clean Industrial Deal).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ομιλία κάλυψε την άμυνα και το εμπόριο. Στον αμυντικό τομέα, υπογραμμίστηκε η ανάγκη για μαζική αύξηση των επενδύσεων, με την αποδέσμευση πόρων έως και 800 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2030, μέσω μηχανισμών όπως το πρόγραμμα SAFE, οι κοινές προμήθειες και η εθνική ρήτρα διαφυγής, ενώ προωθείται και μια ειδική νομοθετική δέσμη για την απλοποίηση στον αμυντικό κλάδο. Στο εμπόριο, σημείωσε ότι σχεδόν όλος ο κόσμος επιδιώκει συμφωνίες με την ΕΕ, αναφέροντας τις πρόσφατες συμφωνίες με το Μεξικό, την Ελβετία, τη Mercosur (μια αγορά 770 εκατομμυρίων ανθρώπων που αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο του παγκόσμιου ΑΕΠ) και την Ινδονησία, την οποία χαρακτήρισε «μεταλλευτικό γίγαντα». Επίσης, ανέφερε ότι βρίσκονται υπό διαμόρφωση συμφωνίες με την Ινδία, τη Μαλαισία και τις χώρες της CPTPP.
Τέλος, η Πρόεδρος της Επιτροπής σκιαγράφησε τις μελλοντικές ευκαιρίες, με αιχμή την τεχνητή νοημοσύνη, όπου τόνισε το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ευρώπης, καθώς, όπως είπε, οι ευρωπαϊκές εταιρείες «κατέχουν πάνω από το ήμισυ της παγκόσμιας αγοράς σε λύσεις βιομηχανικού αυτοματισμού». Η συνολική στρατηγική, όπως διευκρίνισε, βασίζεται στη διάγνωση και τις προτάσεις των εκθέσεων που εκπόνησαν οι Mario Draghi και Enrico Letta, οι οποίες επιβεβαίωσαν την αίσθηση του επείγοντος. Η ομιλία ολοκληρώθηκε με ένα κάλεσμα για στενή συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών θεσμών και του επιχειρηματικού κόσμου, με στόχο την ταχεία υλοποίηση της συμφωνημένης ατζέντας.