Από το βήμα της ετήσιας Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, κυβέρνηση και επιχειρηματικός κόσμος παρουσίασαν το όραμα και τις απαιτήσεις τους για το μέλλον, διαμορφώνοντας το πλαίσιο του οικονομικού διαλόγου για την επόμενη περίοδο. Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, επικεντρώθηκε στην αξία της πολιτικής σταθερότητας ως εγγύησης για την ανάπτυξη, προαναγγέλλοντας νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη γραφειοκρατία και το ενεργειακό κόστος, την ώρα που ο Πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, αφού αναγνώρισε την επιστροφή της χώρας στην «κανονικότητα», έθεσε επιτακτικά τον επόμενο εθνικό στόχο: τη μετάβαση της Ελλάδας σε μια «παραγωγική χώρα», ικανή να καλύψει το τεράστιο χάσμα που τη χωρίζει από την ευρωπαϊκή πρωτοπορία.
Ο Πρωθυπουργός υποστήριξε ότι η οικονομική προοπτική είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα ασφαλές και σταθερό πολιτικό περιβάλλον, κάνοντας σαφή αναφορά στις κυβερνητικές κρίσεις που ταλανίζουν τη Γαλλία και τη Γερμανία. Αναφέρθηκε στην πρόοδο της τελευταίας εξαετίας, όπως τη μείωση της ανεργίας από το 19% στο 8%, τη δημιουργία 500.000 νέων θέσεων εργασίας και την εισροή ξένων επενδύσεων άνω των 30 δισεκατομμυρίων ευρώ, ποσό που, όπως τόνισε, αντιστοιχεί σε περισσότερα κεφάλαια από όσα εισέρρευσαν τα προηγούμενα είκοσι χρόνια. Υπογράμμισε τη μείωση 83 φόρων, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που οδήγησε τα κρατικά ομόλογα σε χαμηλότερα επιτόκια από αυτά της Ιταλίας, αλλά και τις ενισχύσεις προς τη βιομηχανία, με τις συνολικές κρατικές ενισχύσεις για το κόστος ενέργειας να αυξάνονται από 245 εκατομμύρια ευρώ το 2019 σε 530 εκατομμύρια το 2024. Ανακοίνωσε δε την άμεση ψήφιση νόμου για τη μείωση της γραφειοκρατίας, βασισμένου σε προτάσεις του ίδιου του ΣΕΒ, και διαβεβαίωσε για την επικείμενη εξεύρεση λύσης στο ενεργειακό κόστος, θέτοντας ως πλαίσιο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, τη δημοσιονομική υπευθυνότητα και την εστίαση στις ενεργοβόρες επιχειρήσεις.
Παρουσιάζοντας το μελλοντικό του σχέδιο, ο κ. Μητσοτάκης παρέθεσε δεκαπέντε σημαντικές μεταρρυθμίσεις με ορίζοντα το 2027, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης με στόχο τη μείωση του χρόνου εκδίκασης μιας υπόθεσης από τις 1.500 στις 650 ημέρες, η θέσπιση εργαλείων όπως η tech και η talent visa για την προσέλκυση επαγγελματιών υψηλής εξειδίκευσης, και η ανάπτυξη εμβληματικών τεχνολογικών υποδομών, όπως ο υπερυπολογιστής «Δαίδαλος» στο Λαύριο και το πρώτο AI factory «Φάρος». Αναφέρθηκε, επίσης, σε νέες ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, όπως η δυνατότητα τετραήμερης απασχόλησης όλο το έτος κατόπιν συμφωνίας, υπό την προστασία της ψηφιακής κάρτας εργασίας. Ταυτόχρονα, απηύθυνε πρόσκληση προς τον επιχειρηματικό κόσμο, τονίζοντας ότι η απάντηση που περιμένει η πολιτεία στις δικές της παρεμβάσεις είναι «ικανοποιημένοι εργαζόμενοι με δικό τους μερίδιο στην εταιρική επιτυχία», προτρέποντας για καλύτερες αμοιβές και συμμετοχή στα κέρδη.
Από την πλευρά του, ο κ. Θεοδωρόπουλος, αφού εξήρε την κυβερνητική προσπάθεια που οδήγησε τη χώρα στην «κανονικότητα», μετατόπισε το επίκεντρο της συζήτησης στο κρισιμότερο, κατά τον ίδιο, δομικό πρόβλημα: την παραγωγικότητα. Πλαισίωσε την ανάλυσή του από την ευρωπαϊκή υστέρηση, αναφερόμενος στην Έκθεση Ντράγκι και τονίζοντας ότι μόλις το 11% των προτάσεών της έχει αρχίσει να υλοποιείται, την ώρα που το συνολικό κόστος της ευρωπαϊκής υπερ-ρύθμισης υπολογίζεται σε 150 δισεκατομμύρια ευρώ. Ανέδειξε το εγχώριο χάσμα, παραθέτοντας το στοιχείο ότι η Ελλάδα παράγει αξία 25 ευρώ ανά ώρα εργασίας έναντι 46 ευρώ του ευρωπαϊκού μέσου όρου, γεγονός που τοποθετεί τη χώρα μόλις στο 54% του μέσου όρου της Ε.Ε.. Διευκρίνισε, ωστόσο, ότι για την υστέρηση αυτή δεν ευθύνονται οι εργαζόμενοι, αλλά οι διαρθρωτικές αδυναμίες σε επενδύσεις, τεχνολογία, οργάνωση και κρατικές δομές. Για την αντιμετώπισή τους, επανέφερε την πάγια θέση του ΣΕΒ για τη θεσμοθέτηση οριζόντιων υπεραποσβέσεων, ενός απλού επενδυτικού κινήτρου για την κάλυψη του επενδυτικού κενού, το οποίο προσδιορίσε ποσοστιαία, με τις επενδύσεις στην Ελλάδα να βρίσκονται στο 15% του ΑΕΠ έναντι 21% στην Ευρώπη.
Ο Πρόεδρος του ΣΕΒ παρουσίασε και θετικά ορόσημα, όπως η δυναμική πορεία εξαγωγικών κλάδων όπως τα τρόφιμα, τα φάρμακα και τα μέταλλα, η ανάπτυξη του οικοσυστήματος καινοτομίας με συνολική αποτίμηση μεταξύ 8 και 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων για το 2024, και το γεγονός ότι το 2023, για πρώτη φορά μετά από 14 χρόνια, το μεταναστευτικό ισοζύγιο Ελλήνων πολιτών ήταν θετικό κατά 15.000 άτομα, σηματοδοτώντας μια τάση αντιστροφής του brain drain. Ωστόσο, δεν παρέλειψε να ασκήσει και στοχευμένη κριτική, κάνοντας ειδική μνεία στον κλάδο των σούπερ-μάρκετ, ο οποίος, όπως είπε, παρά τις επενδύσεις και τη δημιουργία 15.000 νέων θέσεων εργασίας, υπέστη «διαπόμπευση από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας» και «πρόστιμα εντυπώσεων από την Πολιτεία». Απαντώντας εμμέσως στην προτροπή του Πρωθυπουργού για αύξηση μισθών, ο κ. Θεοδωρόπουλος αντέτεινε ότι το ωριαίο κόστος εργασίας ήδη αυξάνεται στην Ελλάδα με υπερδιπλάσιο ρυθμό από την Ευρώπη (10,7% έναντι 4,5%), με την αύξηση ειδικά στη βιομηχανία να ξεπερνά το 11,2%, υπογραμμίζοντας την ανάγκη η όποια περαιτέρω μισθολογική αύξηση να συνδεθεί άμεσα με την πρόοδο της παραγωγικότητας για να είναι βιώσιμη.