Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έδωσε το πράσινο φως σε μια φιλόδοξη έκθεση για τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής αρχιτεκτονικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εγκρίνοντάς την με 499 ψήφους υπέρ, 66 κατά και 53 αποχές. Η έκθεση, την οποία συνέταξε ο Κύπριος ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Μιχάλης Χατζηπαντέλα, θέτει ως διττό στόχο την τόνωση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων μέσω της ριζικής απλούστευσης των κανόνων, χωρίς ωστόσο να υπονομεύεται η καταπολέμηση της φορολογικής απάτης, της φοροδιαφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Το κείμενο αυτό αποτελεί πολιτική πυξίδα ενόψει της νομοθετικής πρότασης που αναμένεται να καταθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις αρχές του 2026.
Η ανάγκη για τη μεταρρύθμιση πηγάζει από την επισήμανση ότι το τρέχον φορολογικό πλαίσιο είναι υπερβολικά πολύπλοκο και δαπανηρό, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, το κόστος της φορολογικής συμμόρφωσης για τις ΜμΕ αντιστοιχεί στο εντυπωσιακό 30% του συνολικού φορολογικού τους βάρους, ποσοστό δυσανάλογα υψηλό σε σύγκριση με το αντίστοιχο 2% που επιβαρύνει τις μεγάλες εταιρείες. Σε αυτό το πλαίσιο, η έκθεση επικροτεί τη δέσμευση της Επιτροπής για μείωση των απαιτήσεων υποβολής στοιχείων κατά τουλάχιστον 25% για όλες τις επιχειρήσεις και κατά 35% ειδικά για τις ΜμΕ, τονίζοντας ότι ο διοικητικός φόρτος αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη.
Στον πυρήνα των προτάσεων βρίσκεται η δημιουργία ενός κεντρικού Κόμβου Φορολογικών Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πρωτοβουλία αυτή αποσκοπεί στη βελτίωση της αυτόματης ανταλλαγής φορολογικών πληροφοριών και στη μείωση του διοικητικού φόρτου. Ο κόμβος θα λειτουργήσει ως ενιαίο σημείο πρόσβασης για τις φορολογικές διοικήσεις, επιτρέποντας την εξάλειψη της διπλής υποβολής στοιχείων. Παράλληλα, προτείνεται ο εξορθολογισμός της χρήσης του Αριθμού Φορολογικού Μητρώου σε όλα τα κράτη μέλη, καθώς και η απλούστευση των δηλώσεων για αποταμιεύσεις, ώστε να ενθαρρυνθεί η διοχέτευση κεφαλαίων από τραπεζικούς λογαριασμούς χαμηλού επιτοκίου προς τις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές.
Παράλληλα, η έκθεση καλεί την Επιτροπή να παρουσιάσει ένα σχέδιο δράσης για την άρση των φορολογικών εμποδίων στην ενιαία αγορά και να αξιολογήσει τα οφέλη ενός προαιρετικού, ενιαίου ρυθμιστικού πλαισίου για τις καινοτόμες εταιρείες, του λεγόμενου «28ου καθεστώτος». Ζητείται επίσης η απλούστευση των κανόνων τεκμηρίωσης για τις ενδοομιλικές συναλλαγές (transfer pricing) και των καθεστώτων για την έρευνα και την ανάπτυξη. Η έκθεση χαιρετίζει την πρόσφατη έναρξη ισχύος της οδηγίας FASTER για την παρακράτηση φόρου ως ένα σημαντικό βήμα, ενώ ζητά και ειδικά μέτρα για τους διασυνοριακούς εργαζομένους, τους ψηφιακούς νομάδες, καθώς και για την αμυντική βιομηχανία.
Η έκθεση, ωστόσο, καθιστά σαφές ότι η διαδικασία απλούστευσης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να λειτουργήσει εις βάρος της καταπολέμησης των παράνομων φορολογικών πρακτικών. Υπογραμμίζεται ότι ο περαιτέρω φορολογικός συντονισμός είναι κρίσιμος για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, διευκολύνοντας ταυτόχρονα τη διασυνοριακή οικονομική δραστηριότητα. Για τον σκοπό αυτό, εισηγείται την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και του δικτύου Eurofisc, ενώ ζητά και την αναθεώρηση κρίσιμων νομοθετημάτων όπως το πλαίσιο ΦΠΑ και οι οδηγίες για τη διοικητική συνεργασία και την καταπολέμηση της φοροαποφυγής.
Ο εισηγητής, Μιχάλης Χατζηπαντέλα, δήλωσε ότι η έκθεση προωθεί ένα πιο απλό, διαφανές και προβλέψιμο ευρωπαϊκό φορολογικό πλαίσιο, το οποίο θα μειώσει την πολυπλοκότητα και θα αυξήσει την ανταγωνιστικότητα. Τόνισε ότι μέσα σε συνθήκες αυξανόμενης οικονομικής πίεσης, η απλούστευση είναι ζωτικής σημασίας, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τις οποίες χαρακτήρισε «ραχοκοκαλιά της ευρωπαϊκής οικονομίας». Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα δίκαιο και φιλικό προς τις επιχειρήσεις σύστημα θα συμβάλει στη διασφάλιση μιας ανταγωνιστικής και ανθεκτικής ενιαίας αγοράς για όλους, ιδιαίτερα σε μικρότερες οικονομίες όπως αυτή της Κύπρου.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη έκθεση αποτελεί «έκθεση ιδίας πρωτοβουλίας», γεγονός που σημαίνει ότι δεν είναι νομικά δεσμευτική. Παρόλα αυτά, η υιοθέτησή της από την ολομέλεια του Κοινοβουλίου με τόσο ισχυρή πλειοψηφία αποτελεί μια σαφή πολιτική κατεύθυνση προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ορίζοντας τις προτεραιότητες των ευρωβουλευτών. Η έκθεση αναμένεται να τροφοδοτήσει το εν εξελίξει έργο για τη νομοθετική απλούστευση και να αποτελέσει τη βάση για τις συγκεκριμένες προτάσεις που θα παρουσιάσει η Επιτροπή το 2026.