Τα αποτελέσματα της ειδικής έρευνας για τους νέους στην αγορά εργασίας, ηλικίας 15 έως 34 ετών, δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή. Η έρευνα, που διεξήχθη τα τέσσερα τρίμηνα του 2024, εστίασε στη διερεύνηση της αντιστοιχίας μεταξύ του επιπέδου και του αντικειμένου εκπαίδευσης με τις απαιτήσεις της τρέχουσας ή της τελευταίας εργασίας, στην αντιστοιχία των δεξιοτήτων, καθώς και στην καταγραφή ενδεχόμενης εγκατάλειψης σπουδών. Όπως διευκρινίζεται, η καταγραφή της αντιστοιχίας βασίστηκε στην υποκειμενική άποψη των ερευνώμενων.
Σχετικά με την αντιστοιχία του ανώτατου επιπέδου εκπαίδευσης, η πλειονότητα των νέων (69,2%) θεωρεί ότι αυτό καλύπτει τις απαιτήσεις της εργασίας. Ωστόσο, ένα σημαντικό ποσοστό 22,0% δηλώνει ότι το επίπεδο εκπαίδευσής του είναι ανώτερο από τις απαιτήσεις, φαινόμενο που διαφοροποιείται έντονα ανάλογα με την κατάσταση απασχόλησης. Το ποσοστό αυτό είναι 20,1% για τους απασχολούμενους, 27,2% για τα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού, και φτάνει το 32,5% για τους ανέργους (αναφορικά με την τελευταία τους εργασία). Οι γυναίκες (24,0%) δηλώνουν συχνότερα ότι διαθέτουν εκπαίδευση ανώτερη των απαιτήσεων σε σχέση με τους άντρες (20,3%), ενώ το ποσοστό όσων θεωρούν το επίπεδό τους κατώτερο είναι μόλις 2,6%.
Η έρευνα καταδεικνύει ότι το ποσοστό των ατόμων που δηλώνουν εκπαιδευτικό επίπεδο ανώτερο των εργασιακών απαιτήσεων διαφέρει σημαντικά ανά επάγγελμα. Το υψηλότερο ποσοστό (56,1%) καταγράφεται στα άτομα που εργάστηκαν ως Χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και εξοπλισμού. Υψηλά ποσοστά παρατηρούνται επίσης, τόσο στους απασχολούμενους όσο και στα άτομα χωρίς εργασία, στους Υπαλλήλους γραφείου, στους Εργαζόμενους στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές, καθώς και στους Ειδικευμένους γεωργούς.
Ανάλογη εικόνα παρουσιάζεται και στην αντιστοιχία των δεξιοτήτων, όπου το 70,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι αυτές καλύπτουν τις απαιτήσεις. Το 19,5% (1 στους 5) θεωρεί ότι οι δεξιότητές του είναι ανώτερες, ενώ το 3,1% τις θεωρεί κατώτερες. Το αίσθημα κατοχής ανώτερων δεξιοτήτων είναι ελαφρώς υψηλότερο στις γυναίκες (21,4% έναντι 17,9% των αντρών) και στην ηλικιακή ομάδα 30-34 ετών (20,0%). Το εύρημα αυτό συνδέεται άμεσα με το επίπεδο εκπαίδευσης: το 22,7% των ατόμων ανώτερης εκπαίδευσης θεωρεί ότι έχει ανώτερες δεξιότητες, έναντι 18,8% της μέσης και 6,5% της κατώτερης εκπαίδευσης.
Η έρευνα εμβαθύνει στο προηγούμενο εύρημα, δείχνοντας ότι η κατάσταση απασχόλησης παίζει καθοριστικό ρόλο. Συγκεκριμένα, στην ομάδα των ατόμων με ανώτερη εκπαίδευση, το ποσοστό όσων αισθάνονται ότι διαθέτουν ανώτερες δεξιότητες είναι 20,9% μεταξύ των απασχολούμενων, αλλά εκτοξεύεται στο 41,5% μεταξύ των ανέργων. Αυτό υποδεικνύει μια σημαντική αναντιστοιχία δεξιοτήτων, ειδικά για τους ανέργους υψηλότερου εκπαιδευτικού επιπέδου, με το αντίστοιχο ποσοστό για τους ανέργους μέσης εκπαίδευσης να είναι 23,6%.
Όσον αφορά την αντιστοιχία του αντικειμένου σπουδών με τις απαιτήσεις της εργασίας, το 65,7% δηλώνει συμφωνία σε πολύ μεγάλο ή μεγάλο βαθμό. Το 21,4% αναφέρει αντιστοιχία σε κάποιο, μικρό βαθμό ή καθόλου, ενώ το 4,8% δηλώνει ότι η εργασία του δεν απαιτεί συγκεκριμένο αντικείμενο. Τη μεγαλύτερη αντιστοιχία (74,4%) δηλώνουν οι απόφοιτοι Οικονομικών, Διοίκησης και Νομικών. Αντίθετα, τη χαμηλότερη αντιστοιχία παρουσιάζουν η Γεωργία και Κτηνιατρική (52,2%), η Μηχανολογία, Βιομηχανία, Κατασκευές (55,3%) και η Πληροφορική (58,5%). Στον τομέα της Γεωργίας και Κτηνιατρικής, το ποσοστό μερικής ή μηδενικής αντιστοιχίας φτάνει το 45,7%.
Η αναντιστοιχία μεταξύ αντικειμένου σπουδών και απαιτήσεων εργασίας είναι υψηλότερη για όσους ασκούν το επάγγελμα του Ειδικευμένου γεωργού (22,1%). Αντιθέτως, είναι εξαιρετικά χαμηλή για τους Επαγγελματίες (3,5%) και τους Τεχνικούς και συναφή επαγγέλματα (5,6%). Τέλος, η έρευνα κατέγραψε ότι το ποσοστό των ατόμων που εγκατέλειψαν κάποιο πρόγραμμα σπουδών χωρίς να το ολοκληρώσουν είναι ιδιαίτερα μικρό (2,2%). Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο στους άντρες (2,8% έναντι 1,5% των γυναικών), στην ηλικιακή ομάδα 30-34 ετών (3,7%) και στους ανέργους (3,8%), ενώ είναι χαμηλότερο για τα άτομα εκτός εργατικού δυναμικού (1,0%).



