Σε ένα ευνοϊκό, αν και σύνθετο, περιβάλλον για τις ξένες επενδύσεις αναφέρεται η ετήσια έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών για την Ελλάδα, με τίτλο «2025 Greece Investment Climate Statement», η οποία δημοσιοποιήθηκε λίγο πριν την άφιξη της νέας πρέσβειρας, Κίμπερλι Γκιλφόιλ. Η έκθεση αναγνωρίζει την αφοσίωση της ελληνικής κυβέρνησης στη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος μέσω μεταρρυθμίσεων, ωστόσο επισημαίνει ως συνεχιζόμενες προκλήσεις την «ακόμα πολύπλοκη γραφειοκρατία» και το «αργό δικαστικό σύστημα». Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και η εισροή πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της θετικής προοπτικής.
Η ανάλυση του State Department υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από όλους τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης εντός του 2025, συμπεριλαμβανομένων των Moody’s Ratings, S&P, Fitch Ratings, DBRS Morningstar και Scope Ratings. Αυτή η εξέλιξη, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη εισροή 35,95 δισεκατομμυρίων ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) έως τα μέσα του 2026, έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον των επενδυτών. Σύμφωνα με την έκθεση, έως τις αρχές του 2025, η χώρα είχε λάβει περίπου το 50% της συνολικής κατανομής του RRF, ποσοστό που υπερβαίνει τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ το 2024 EY European Investment Monitor κατέγραψε 50 έργα ξένων άμεσων επενδύσεων το 2023, έναντι 47 το 2022.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατέλαβαν την έκτη θέση ως πηγή ξένων άμεσων επενδύσεων στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2013-2023. Η έκθεση παραθέτει επενδύσεις από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, όπως οι Applied Materials, Amazon Web Services, Chubb, Deloitte, Digital Realty, Alphabet, Meta, Microsoft και Pfizer, οι οποίες εκτιμάται ότι θα έχουν οικονομικό αντίκτυπο δισεκατομμυρίων δολαρίων τα επόμενα χρόνια. Η Ελλάδα, σύμφωνα με την έκθεση, επιδιώκει ενεργά περαιτέρω επενδύσεις από τις ΗΠΑ, εστιάζοντας στους τομείς της ενέργειας, της άμυνας, της τεχνολογικής καινοτομίας, της υγειονομικής περίθαλψης, της ναυτιλίας και του τουρισμού. Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται αναφορά στη χρηματοδότηση της DFC το 2023 για την εξαγορά των Ναυπηγείων Ελευσίνας από την ONEX, με στόχο τον εκσυγχρονισμό τους για τη συντήρηση πλοίων υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Παρά τις θετικές εξελίξεις, η έκθεση παραμένει σαφής ως προς τα υφιστάμενα εμπόδια. Η γραφειοκρατία και η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης αναφέρονται ως σημαντικές προκλήσεις. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ζήτημα της ακίνητης περιουσίας, καθώς σημειώνεται ότι «σημαντικό ποσοστό» της ελληνικής γης «εξακολουθεί να στερείται σαφών τίτλων ιδιοκτησίας» λόγω ιστορικών ζητημάτων και κενών στο κτηματολόγιο. Το έργο για ένα ολοκληρωμένο ηλεκτρονικό Κτηματολόγιο χαρακτηρίζεται ως «εκτός χρονοδιαγράμματος», με μια αρχική βάση δεδομένων να κυκλοφορεί το 2025, αλλά την ολοκλήρωση του έργου να μην αναμένεται πριν από το 2026.
Στις οικονομικές προκλήσεις, η έκθεση αναφέρεται στην παραοικονομία, επικαλούμενη εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδος που την τοποθετεί στο 21% του ΑΕΠ το 2023, αλλά και μια πιο πρόσφατη έκθεση του Centre for Economic Policy Research (CEPR) που ανεβάζει τον αριθμό στο 36%. Επιπλέον, η Τράπεζα της Ελλάδος, στην Ενδιάμεση Έκθεσή της του 2024, επισήμανε «αναδυόμενες ελλείψεις προσωπικού», ιδιαίτερα στον τουρισμό και τις κατασκευές. Ενώ ο γενικός δείκτης ανεργίας τον Ιανουάριο του 2025 ήταν 8,7%, η ανεργία των νέων (15-24 ετών) παρέμενε αυξημένη στο 19,5%.
Σε τομεακό επίπεδο, η έκθεση καταγράφει συγκεκριμένα παράπονα επενδυτών. Στα έργα πράσινης ενέργειας, αναφέρονται «πολύπλοκοι κανόνες αδειοδότησης, δημόσια αντίδραση και διοικητικές καθυστερήσεις» που συχνά εμποδίζουν την πρόοδο. Στον τομέα των βιοφαρμακευτικών προϊόντων, αμερικανικές εταιρείες αναφέρουν τις «υπερβολικές υποχρεωτικές επιστροφές (clawbacks) και εκπτώσεις (rebates)» ως μείζονα εμπόδια. Η Τράπεζα της Ελλάδος, εξάλλου, σημειώνεται ότι έχει επισημάνει «δυσκολίες με την έγκαιρη απορρόφηση» των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), τα οποία θεωρούνται κρίσιμα για τη στήριξη στρατηγικών επενδύσεων.
Η έκθεση του State Department στέκεται επίσης στις νέες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Η κυβέρνηση σχεδιάζει να θεσπίσει έναν εθνικό μηχανισμό ελέγχου ασφαλείας για τις ξένες άμεσες επενδύσεις εντός του 2025, ευθυγραμμιζόμενη με τον Κανονισμό 2019/452 της ΕΕ. Η δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο νόμου ολοκληρώθηκε στις 17 Απριλίου και στοχεύει σε ευαίσθητους τομείς όπως η ενέργεια, οι μεταφορές, η ψηφιακή υποδομή, η άμυνα, η κυβερνοασφάλεια, η τεχνητή νοσύνη, καθώς και οι «τουριστικές υποδομές σε παραμεθόριες περιοχές».
Αναλυτική αναφορά γίνεται στην τροποποίηση του προγράμματος «Golden Visa» (Νόμος 4146/2013) που ψηφίστηκε στις 5 Απριλίου 2024. Το επενδυτικό όριο αυξήθηκε στις 800.000 ευρώ σε περιοχές υψηλής ζήτησης (από 500.000 ευρώ) και στις 400.000 ευρώ στην υπόλοιπη χώρα (από 250.000 ευρώ). Οι νέοι κανόνες περιορίζουν την επένδυση στην αγορά ενός μόνο ακινήτου, ελάχιστης επιφάνειας 120 τετραγωνικών μέτρων, το οποίο επιπλέον δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για βραχυχρόνιες μισθώσεις. Ένα μειωμένο ελάχιστο όριο επένδυσης 250.000 ευρώ εφαρμόζεται μόνο σε εμπορικά ακίνητα που μετατρέπονται σε κατοικίες.
Στον τομέα της εργασίας, η έκθεση αναδεικνύει θετικά μέτρα για την αντιμετώπιση της φυγής εξειδικευμένου προσωπικού (brain drain). Ξεχωρίζει το πρόγραμμα «Rebrain Greece», το οποίο παρέχει μισθό 3.000 ευρώ μηνιαίως σε Έλληνες επαγγελματίες υψηλής ειδίκευσης που επιστρέφουν από το εξωτερικό. Αυτό συμπληρώνεται από τον Νόμο 4758/2020, ο οποίος παρέχει φορολογικά κίνητρα για τη μεταφορά φορολογικής κατοικίας στην Ελλάδα, καθώς και τη φορολογική έκπτωση 50% για τα πρώτα επτά χρόνια παραμονής που ισχύει για τους ψηφιακούς νομάδες.
Τέλος, η έκθεση καταγράφει τις εξελίξεις στη διαχείριση της κρατικής περιουσίας και τη διαφάνεια. Το Υπερταμείο διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 11,7 δισεκατομμυρίων ευρώ (στοιχεία 2024) και ανέλαβε τις λειτουργίες του ΤΑΙΠΕΔ το 2025 και του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας τον Ιανουάριο του 2025, αφού το τελευταίο ολοκλήρωσε την πώληση των περισσότερων κρατικών τραπεζικών μεριδίων έως το τέλος του 2024. Το περίπου σχεδιάζει επίσης να λανσάρει μια νέα επενδυτική θυγατρική το 2025. Παράλληλα, η Ελλάδα κατέγραψε βελτίωση στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς 2024, με βαθμολογία 49 στα 100 και την 59η θέση μεταξύ 180 χωρών. Η έκθεση σημειώνει επίσης μέτρα διαφάνειας στις συναλλαγές, όπως η υποχρέωση για ηλεκτρονικές πληρωμές άνω των 500 ευρώ, η καθολική αποδοχή καρτών και IRIS, και η διαβεβαίωση ότι η χώρα δεν απαιτεί από τους παρόχους πληροφορικής την αποκάλυψη πηγαίου κώδικα.



