Η τεχνολογία δεν είναι πλέον ένα προαιρετικό εργαλείο για τις επιχειρήσεις. Είναι το ίδιο το περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούνται να επιβιώσουν, να εξελιχθούν και να δημιουργήσουν αξία. Η ψηφιακή εποχή δεν έρχεται – έχει ήδη φτάσει. Και για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, το ερώτημα δεν είναι πια αν θα προσαρμοστούν, αλλά πόσο γρήγορα.
Για δεκαετίες, το ελληνικό εμπόριο στηρίχθηκε στις προσωπικές σχέσεις, την αμεσότητα και την εμπιστοσύνη του πελάτη. Αυτά παραμένουν ανεκτίμητα στοιχεία. Όμως η νέα εποχή απαιτεί να τα συνδυάσουμε με δεδομένα, αυτοματοποίηση και ψηφιακά κανάλια. Ο καταναλωτής πλέον ενημερώνεται, συγκρίνει, αγοράζει και αξιολογεί διαδικτυακά. Το «καλό προϊόν» ή το «σωστό σημείο» δεν αρκούν· χρειάζεται ψηφιακή παρουσία, διασύνδεση και ταχύτητα.
Παρά τις προσπάθειες των τελευταίων ετών, μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων εξακολουθεί να δυσκολεύεται να περάσει στην ψηφιακή εποχή. Η έλλειψη κεφαλαίων, η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, η απουσία ψηφιακών δεξιοτήτων και η γραφειοκρατία λειτουργούν αποτρεπτικά. Όμως, όσο δύσκολη κι αν είναι η μετάβαση, το κόστος της αδράνειας είναι πολύ μεγαλύτερο.
Οι επιχειρήσεις που παραμένουν «κολλημένες στο χθες» βλέπουν ήδη τα μερίδιά τους να μειώνονται και τους πελάτες να στρέφονται αλλού.
Η ψηφιοποίηση δεν αφορά μόνο στην τεχνολογία. Είναι θέμα στρατηγικής και νοοτροπίας. Δεν αρκεί να φτιάξει κανείς μια ιστοσελίδα ή ένα e-shop. Χρειάζεται να ξαναδεί τη λειτουργία της επιχείρησης συνολικά: από τη διαχείριση των αποθεμάτων και των προμηθειών, μέχρι την εξυπηρέτηση πελατών, την τιμολογιακή πολιτική και την προβολή. Τα εργαλεία υπάρχουν — συστήματα cloud, CRM, ηλεκτρονικές πληρωμές, αυτοματοποίηση, ψηφιακή ανάλυση δεδομένων. Το ζήτημα είναι πώς αξιοποιούνται, με ποιο στόχο και σε ποιο ρυθμό.
Η εμπειρία δείχνει πως όσες επιχειρήσεις έχουν επενδύσει έγκαιρα σε ψηφιακές υποδομές, απολαμβάνουν σήμερα αυξημένη αποδοτικότητα, καλύτερη πρόσβαση στην αγορά και υψηλότερη ικανοποίηση πελατών. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός προσφέρει κάτι που στο παραδοσιακό μοντέλο ήταν αδύνατο: πληροφορία σε πραγματικό χρόνο. Όταν μια επιχείρηση γνωρίζει ποιο προϊόν κινείται, ποιο μένει στο ράφι, ποιο κοινό ανταποκρίνεται καλύτερα, τότε μπορεί να σχεδιάσει, να προβλέψει και να δράσει με ακρίβεια.
Για να γίνει, όμως, αυτή η μετάβαση πράξη, απαιτείται σχέδιο. Κάθε επιχείρηση οφείλει να αξιολογήσει την ψηφιακή της ωριμότητα, να ορίσει προτεραιότητες και να θέσει μετρήσιμους στόχους. Να επενδύσει όχι μόνο σε τεχνολογικά εργαλεία, αλλά και στους ανθρώπους της – στην εκπαίδευση, στην ενδυνάμωση, στη νέα κουλτούρα. Η ψηφιοποίηση είναι μια ομαδική διαδικασία, όχι μια τεχνική αναβάθμιση.
Η Πολιτεία και οι θεσμοί έχουν ρόλο: να μειώσουν τα εμπόδια, να δώσουν κίνητρα και να εξασφαλίσουν ότι η μετάβαση δεν θα αφορά μόνο τους «μεγάλους». Γιατί η ψηφιακή οικονομία δεν πρέπει να δημιουργήσει νέα ανισότητα ανάμεσα στις επιχειρήσεις, αλλά να γίνει γέφυρα για μια πιο δίκαιη, ανταγωνιστική αγορά.
Η επόμενη μέρα θα ανήκει σε εκείνους που θα κατανοήσουν πρώτοι πως ο πελάτης δεν ξεχωρίζει πλέον το φυσικό από το ψηφιακό κατάστημα — ζει σε ένα ενιαίο περιβάλλον εμπειρίας. Εκεί θα κριθεί η επιβίωση κάθε επιχείρησης: στην ικανότητά της να συνδέει τον άνθρωπο με την τεχνολογία, τη σχέση με την ταχύτητα, την παράδοση με την καινοτομία.
Η ψηφιακή εποχή δεν είναι επιλογή. Είναι μονόδρομος για την ανάπτυξη, για τη βιωσιμότητα και για τη συνέχιση της ίδιας της επιχειρηματικής μας ταυτότητας. Και το πρώτο βήμα δεν είναι τεχνολογικό — είναι νοητικό: να αποφασίσουμε ότι το αύριο δεν θα μας βρει θεατές, αλλά πρωταγωνιστές
Γράφει ο Θοδωρής Καπράλος, Γεν. Γραμματέας της ΕΣΕΕ

