Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεσπίζει έναν νομικά δεσμευτικό κλιματικό στόχο που προβλέπει τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% για το έτος 2040. Η συμφωνία περιλαμβάνει τη δυνατότητα χρήσης διεθνών πιστωτικών μονάδων υψηλής ποιότητας για την επίτευξη της περικοπής των εκπομπών κατά 90% έως το 2040, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990, με μια επαρκή συνεισφορά της τάξης του 5%. Ο συμφωνηθείς στόχος διασφαλίζει μια σταθερή τροχιά προς μια οικονομία απαλλαγμένη από τον άνθρακα έως το 2050, παρέχοντας βεβαιότητα στους επενδυτές για την προώθηση της καθαρής μετάβασης και της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας. Σε διεθνές επίπεδο, η ΕΕ επιδεικνύει τη δέσμευσή της στη Συμφωνία του Παρισιού, με την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να δηλώνει πως η ΕΕ μετουσιώνει τα λόγια σε πράξη με έναν δεσμευτικό στόχο, χαράσσοντας σαφή κατεύθυνση προς την κλιματική ουδετερότητα.
Η προσωρινή συμφωνία καθορίζει μια ρεαλιστική και ευέλικτη πορεία προς το 2040 που αντικατοπτρίζει τις σημερινές οικονομικές και γεωπολιτικές πραγματικότητες, παρέχοντας τις συνθήκες για την επίτευξη του στόχου του 90% και την πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας για την Καθαρή Βιομηχανία. Ο νόμος προβλέπει ευελιξίες για το πλαίσιο μετά το 2030, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας χρήσης διεθνών πιστωτικών μονάδων υψηλής ποιότητας για επαρκή συνεισφορά στον στόχο του 2040, με έναρξη το 2036. Το ποσό αυτό δύναται να ανέλθει έως το 5% των καθαρών εκπομπών της ΕΕ του 1990, που αντιστοιχεί σε εγχώρια μείωση των καθαρών εκπομπών κατά 85% έως το 2040. Η διαδικασία οφείλει να είναι φιλόδοξη και οικονομικά αποδοτική, με δικλείδες ασφαλείας που συμπληρώνουν το Άρθρο 6.4 της Συμφωνίας του Παρισιού και εξέταση πιλοτικής περιόδου για το 2031-2035. Παράλληλα, θεσπίζεται η χρήση εγχώριων μόνιμων απορροφήσεων στο Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών της ΕΕ για την αντιστάθμιση υπολειπόμενων εκπομπών που είναι δύσκολο να μειωθούν.
Προβλέπεται επίσης μεγαλύτερη ευελιξία εντός και μεταξύ των τομέων για την επίτευξη των στόχων με απλό και αποδοτικό τρόπο, ενώ οι συννομοθέτες εισήγαγαν αξιολόγηση ανά διετία για την εφαρμογή των ενδιάμεσων στόχων ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα και η ανταγωνιστικότητα. Η διάταξη αναθεώρησης ενισχύθηκε ώστε η Επιτροπή να αποτιμά τις επιπτώσεις στη βιομηχανία, την εξέλιξη των τιμών ενέργειας και την κατάσταση των καθαρών απορροφήσεων. Επιπλέον, η συμφωνία αναβάλλει την εφαρμογή του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για κτίρια και μεταφορές (ETS2) κατά ένα έτος, από το 2027 στο 2028, χωρίς να επηρεάζονται οι απαιτήσεις παρακολούθησης που ξεκινούν το 2025. Ακολουθώντας την προσωρινή συμφωνία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ θα πρέπει να υιοθετήσουν τυπικά το κείμενο, και στη συνέχεια η τροποποίηση του Ευρωπαϊκού Νόμου για το Κλίμα θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, θέτοντας σε ισχύ το νέο πλαίσιο που εγγυάται μια δίκαιη και κοινωνικά ισορροπημένη μετάβαση.
Διατηρώντας την πορεία προς την απαλλαγή από τον άνθρακα, η ΕΕ θα ενισχύσει τις επενδύσεις στην καινοτομία, θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και θα αυξήσει την ανθεκτικότητά της στην κλιματική αλλαγή. Ο Ευρωπαϊκός Νόμος για το Κλίμα, που ισχύει από τον Ιούλιο του 2021, κατοχυρώνει νομικά τη δέσμευση για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και μείωση των καθαρών εκπομπών κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030. Η ΕΕ έχει υιοθετήσει το νομοθετικό πακέτο «Fit for 55» και η αξιολόγηση των εθνικών σχεδίων επιβεβαίωσε ότι η Ένωση παραμένει σε τροχιά επίτευξης των στόχων του 2030. Ο Νόμος για το Κλίμα απαιτεί έναν ενδιάμεσο στόχο για το 2040 ώστε να καθοριστεί ο ρυθμός προς την ουδετερότητα. Η Επιτροπή κατέθεσε την πρότασή της για τροποποίηση στις 2 Ιουλίου 2025, η οποία αποτέλεσε τη βάση για τη νέα Εθνικά Καθορισμένη Συνεισφορά της ΕΕ στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού που υποβλήθηκε για την COP30, ενισχύοντας την αξιοπιστία της μακροπρόθεσμης ευρωπαϊκής στρατηγικής.



