Τη δεύτερη ταχύτερη εξάπλωση στη χρήση καρτών πληρωμών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 κρατών-μελών καταγράφει η Ελλάδα τη δεκαετία 2015-2024, γεγονός που πιστοποιεί τη ραγδαία μεταβολή του εγχώριου συναλλακτικού τοπίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, η σωρευτική αύξηση στη χρήση καρτών είναι εκθετική, αγγίζοντας τις 25 φορές ως προς τον αριθμό των συναλλαγών και τις 10 φορές ως προς την αξία τους, συγκριτικά με τα επίπεδα του 2014. Η δυναμική αυτή πορεία τροφοδοτήθηκε αρχικά από την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών και ενισχύθηκε περαιτέρω από συγκεκριμένα μέτρα προώθησης των ηλεκτρονικών πληρωμών, όπως οι νόμοι 4446/2016, 4646/2019 και 4876/2021.
Κομβικό σημείο για την εδραίωση των ηλεκτρονικών συναλλαγών αποτέλεσε το έτος 2022, κατά το οποίο η αξία των εγχώριων πληρωμών μέσω ελληνικών καρτών ξεπέρασε για πρώτη φορά το σύνολο των αναλήψεων μετρητών. Η αναλογία αυτή παραμένει μοιρασμένη έκτοτε, αποδεικνύοντας την παγίωση της νέας κουλτούρας πληρωμών. Η ανοδική τάση συνεχίστηκε και το 2024, με τη διασύνδεση των τερματικών POS με την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων να λειτουργεί ως καταλύτης συμμόρφωσης. Πλέον, οι ηλεκτρονικές πληρωμές επεκτείνονται συστηματικά και μετά την εποχή της πανδημίας, επιδρώντας θετικά στα δημοσιονομικά έσοδα.
Παράλληλα με την ποσοτική αύξηση, καταγράφεται μια σημαντική ποιοτική μεταστροφή στην καταναλωτική συμπεριφορά. Το μερίδιο των διαδικτυακών συναλλαγών έναντι αυτών με φυσική παρουσία αυξήθηκε δραματικά, μεταβαίνοντας από μια αναλογία μικρότερη του 1 προς 5 προ πανδημίας, σε 1 προς 3 κατά τη διάρκειά της και τελικά σε 1 προς 2 σήμερα. Οι καταναλωτές χρησιμοποιούν πλέον το πλαστικό χρήμα στα φυσικά καταστήματα για συναλλαγές ολοένα μικρότερης μέσης αξίας, ενώ επιλέγουν το διαδικτυακό περιβάλλον για αγορές υψηλότερου κόστους. Αυτό καταδεικνύει μια ωρίμανση της αγοράς, όπου το ηλεκτρονικό εμπόριο αποτελεί πλέον βασικό πυλώνα της καθημερινότητας.
Ενδιαφέρουσα είναι και η διακλαδική μετατόπιση των συναλλαγών. Η επέκταση των πληρωμών με κάρτες υπήρξε ισχυρότερη στον τομέα των υπηρεσιών συγκριτικά με τα αγαθά, μειώνοντας το ιστορικό χάσμα χρήσης μεταξύ των δύο κατηγοριών. Πλέον, άνω του 40% της χρήσης ψηφιακών πληρωμών αφορά υπηρεσίες, ποσοστό υπερδιπλάσιο σε σχέση με το 2015 (όπου ήταν κάτω από 20%). Το ποσοστό αυτό πλησιάζει πλέον το μερίδιο των υπηρεσιών στη συνολική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών, το οποίο αγγίζει το 45%, αν και τα αγαθά εξακολουθούν να κυριαρχούν στις συναλλαγές με φυσική παρουσία.
Η διεύρυνση της ψηφιακής ιχνηλασιμότητας έχει επιφέρει μετρήσιμα αποτελέσματα στα δημόσια οικονομικά, καθώς η υψηλότερη χρήση καρτών σχετίζεται άμεσα με τη μείωση του «κενού» ΦΠΑ. Ειδικότερα για το 2024, η θετική επίδραση της επέκτασης των ηλεκτρονικών πληρωμών στα έσοδα από ΦΠΑ εκτιμάται σε τουλάχιστον 400 εκατομμύρια ευρώ. Ο σχετικός πολλαπλασιαστής εσόδων υπολογίζεται πως για κάθε 10 ευρώ νέων δαπανών με κάρτες, αντιστοιχούν κατά μέσο όρο 0,53 ευρώ εσόδων ΦΠΑ που προηγουμένως αφορούσαν αδήλωτες συναλλαγές, στοιχείο που επιβεβαιώνει τη σχέση ψηφιακών πληρωμών και φορολογικής συμμόρφωσης.
Παρά τη σημαντική πρόοδο και τη σύγκλιση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο χρήσης καρτών ως προς την ιδιωτική κατανάλωση, η Ελλάδα εξακολουθούσε το 2023 να παρουσιάζει το 14ο μεγαλύτερο κενό στα έσοδα από ΦΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης. Η ανάλυση της αγοράς αποκαλύπτει ανισότητες, καθώς περίπου το 40% της αξίας των πληρωμών με κάρτα εξακολουθεί να συγκεντρώνεται σε σούπερ μάρκετ, πρατήρια καυσίμων και λογαριασμούς κοινής ωφέλειας, ενώ σημαντική αύξηση μεριδίου κατέγραψαν εστιατόρια, μπαρ και υπηρεσίες στοιχημάτων.
Στον αντίποδα, υπάρχουν επαγγελματικές κατηγορίες που παρουσιάζουν ισχυρή αντίσταση. Σε κλάδους όπως οι νομικές και ιατρικές υπηρεσίες, η συντήρηση κατοικιών, η φροντίδα παιδιών και η εκπαίδευση, η χρήση καρτών παραμένει συντριπτικά χαμηλότερη σε σχέση με τη συμμετοχή τους στην κατανάλωση, χωρίς τάση σύγκλισης. Αντιθέτως, τα ταξί κατέγραψαν σημαντική αύξηση μετά την υποχρεωτική αποδοχή ηλεκτρονικών πληρωμών, ενώ κουρεία και αρτοποιεία δείχνουν τάση σύγκλισης. Λόγω αυτών των επιμέρους υστερήσεων, η Ελλάδα κατατάσσεται στη 19η χαμηλότερη θέση μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ ως προς το επίπεδο χρήσης καρτών.
Προκειμένου να καλυφθεί το υπολειπόμενο έδαφος, η μελέτη προτείνει δέσμη μέτρων πολιτικής εστιασμένων σε τομείς υψηλού κινδύνου φοροδιαφυγής. Προτείνεται η άμεση επιστροφή χρημάτων (cashback) στον καταναλωτή για στοχευμένες συναλλαγές, καθώς και η επέκταση των κινήτρων και αντικινήτρων για ηλεκτρονικές πληρωμές και στην πλευρά των επαγγελματιών (συναλλαγές B2B). Επιπρόσθετα, προκρίνεται η σύνδεση μέρους των εκπιπτόμενων δαπανών των αυτοαπασχολούμενων με τον ψηφιακό τρόπο πληρωμής τους, αλλά και ο επανασχεδιασμός της φορολοταρίας ώστε να στοχεύει αποκλειστικά σε συναλλαγές με υψηλό ρίσκο.



