Η Ελλάδα καταγράφει σταθερή πρόοδο ως προς την υλοποίηση των στόχων της Ψηφιακής Δεκαετίας, σύμφωνα με σχετική έκθεση της Κομισιόν, παρουσιάζοντας βελτιώσεις κυρίως στον τομέα της ανάπτυξης υποδομών οπτικών ινών για γρήγορη διασύνδεση. Παρά τη θετική πορεία στην ενίσχυση του δικτύου οπτικής ίνας, η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις σχετικά με το έλλειμμα εξειδικευμένων στελεχών ΤΠΕ και τη διεύρυνση του χάσματος στις βασικές ψηφιακές δεξιότητες του πληθυσμού. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί η ενθαρρυντική αύξηση του ρυθμού ψηφιοποίησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, γεγονός που αποτυπώνεται και στους σχετικούς δείκτες.
Ο εθνικός οδικός χάρτης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό περιλαμβάνει 125 μέτρα με συνολική δημόσια χρηματοδότηση που εκτιμάται σε 6,1 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 2,57% του ΑΕΠ. Στους δείκτες απόδοσης που παρακολουθούνται σε σχέση με τους στόχους της ΕΕ για το 2030, η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική απόσταση σε τομείς όπως το cloud, η ανάλυση δεδομένων και οι βασικές δεξιότητες, καθώς τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα αφορούν το 2023. Παράλληλα, η χώρα το 2024 διέθετε περίπου 13 edge nodes και τρεις εταιρείες unicorn, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν διαθέσιμα συγκριτικά στοιχεία με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Στον τομέα της υψηλής ταχύτητας συνδεσιμότητας και των βασικών τεχνολογιών που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με τη μεγαλύτερη κάλυψη δικτύων 5G στην Ευρώπη, αγγίζοντας σχεδόν τον στόχο της Ψηφιακής Δεκαετίας για το 2030. Επιπλέον, η επιλογή της Ελλάδας να φιλοξενήσει ένα από τα πρώτα AI Factories στην ΕΕ επιβεβαιώνει τη στρατηγική της χώρας για την ενίσχυση της τεχνολογικής ηγεσίας. Παρά τις εξελίξεις αυτές, η ενσωμάτωση προηγμένων ψηφιακών τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις, ιδίως τις μικρομεσαίες, παραμένει ζητούμενο. Οι συστάσεις της έκθεσης εστιάζουν στην περαιτέρω ανάπτυξη του οικοσυστήματος και την ενημέρωση των επιχειρήσεων για τις διαθέσιμες ευκαιρίες αξιοποίησης καινοτόμων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, μέσω των Ευρωπαϊκών Κόμβων Ψηφιακής Καινοτομίας (EDIHs).
Σε ό,τι αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες και τις δημόσιες υπηρεσίες, η Ελλάδα αναφέρεται πως υλοποιεί ένα ευρείας κλίμακας έργο για τη δημιουργία νέας υποδομής ηλεκτρονικής ταυτότητας, με ενσωμάτωση στο Wallet και στις νέες ταυτότητες. Επίσης, έχει λανσάρει την εφαρμογή Kids Wallet στο πλαίσιο της στρατηγικής για την προστασία των ανηλίκων στο διαδίκτυο. Η αύξηση των στελεχών ΤΠΕ αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ψηφιακής μετάβασης, με την έκθεση να συνιστά τη συνέχιση της προσπάθειας για την ενίσχυση της απασχόλησης στον τομέα αυτό. Η στρατηγική για τον ψηφιακό μετασχηματισμό των δημόσιων υπηρεσιών συνεχίζεται, ωστόσο η πρόοδος επιβραδύνεται από την προσθήκη νέων υπηρεσιών στην έρευνα για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, που δεν έχουν ακόμη τεθεί σε λειτουργία. Επισημαίνεται ως αναγκαία η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση όλων των πτυχών των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για πολίτες και επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της διασυνοριακής διάστασης.
Η Ελλάδα δίνει έμφαση και στον πράσινο ψηφιακό μετασχηματισμό, προωθώντας ιδιωτικές επενδύσεις σε πράσινα data centres για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των ψηφιακών υποδομών. Στο χρηματοδοτικό σκέλος, 7,4 δισεκατομμύρια ευρώ του συνολικού Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αφορούν δράσεις για την ψηφιακή μετάβαση, ενώ 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ κατευθύνονται επίσης σε σχετικές πρωτοβουλίες.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του ειδικού Ευρωβαρόμετρου για την Ψηφιακή Δεκαετία 2025, το 78% των Ελλήνων πολιτών θεωρεί ότι η ψηφιοποίηση των δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών διευκολύνει τη ζωή τους. Το 92% αξιολογεί ως σημαντικό το να αντιμετωπίζουν οι δημόσιες αρχές το φαινόμενο των ψευδών ειδήσεων και της παραπληροφόρησης στο διαδίκτυο, ενώ το 83% κρίνει σημαντική την ενίσχυση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων ώστε να εξελιχθούν σε «European Champions» με δυνατότητα παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας.
Η ευρωπαϊκή ψηφιακή μετάβαση προχωρά, αλλά τα κενά επιμένουν
Η έκθεση αποτυπώνει σε βάθος την πρόοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τον ψηφιακό μετασχηματισμό μέχρι το 2030. Η έκθεση αξιολογεί την εξέλιξη της ΕΕ στους τέσσερις βασικούς πυλώνες της ψηφιακής μετάβασης: τις ψηφιακές υποδομές, την ψηφιοποίηση των επιχειρήσεων, τις ψηφιακές δεξιότητες και την ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Παρουσιάζονται τα επιτεύγματα και τα υφιστάμενα κενά σε κάθε τομέα, με στόχο τη διατύπωση συγκεκριμένων συστάσεων για τα κράτη μέλη.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της έκθεσης, αν και έχει σημειωθεί πρόοδος σε ορισμένους τομείς, η ανάπτυξη κρίσιμων υποδομών συνδεσιμότητας, όπως τα αυτόνομα δίκτυα οπτικών ινών και 5G, μένει πίσω. Η βελτίωση στην ανάπτυξη κόμβων αιχμής έχει συμβάλει στην ταχύτερη επεξεργασία δεδομένων με μικρότερη κατανάλωση ενέργειας, ωστόσο οι υποθαλάσσιες καλωδιακές συνδέσεις και τα δορυφορικά συστήματα παραμένουν ευάλωτα σε εξωτερικές εξαρτήσεις και κινδύνους ασφάλειας. Στον τομέα της επιχειρηματικής ψηφιοποίησης, η υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης, του cloud και των big data από τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αυξάνεται, αλλά με αργούς ρυθμούς, με αποτέλεσμα η ΕΕ να διατηρεί σημαντική εξάρτηση από εξωτερικούς παρόχους τόσο για τις υποδομές τεχνητής νοημοσύνης και cloud, όσο και για την παραγωγή ημιαγωγών και εξαρτημάτων ποσοτικής τεχνολογίας.
Η έκθεση επισημαίνει πως μόνο κάτι περισσότερο από τους μισούς Ευρωπαίους πολίτες, ήτοι το 55,6%, διαθέτουν βασικό επίπεδο ψηφιακών δεξιοτήτων, στοιχείο που θεωρείται κομβικό για την ανθεκτικότητα της κοινωνίας έναντι διαδικτυακών απειλών, αλλά και για την προστασία της πληροφόρησης, της ψυχικής υγείας και των ανηλίκων. Την ίδια στιγμή, η διαθεσιμότητα εξειδικευμένων στελεχών ΤΠΕ με προηγμένες γνώσεις παραμένει περιορισμένη, ενώ το έντονο χάσμα μεταξύ των φύλων εμποδίζει περαιτέρω πρόοδο σε νευραλγικούς τομείς όπως η κυβερνοασφάλεια και η τεχνητή νοημοσύνη. Το 2024, η ΕΕ κατέγραψε σταθερή πρόοδο στην ψηφιοποίηση βασικών δημόσιων υπηρεσιών, αν και εξακολουθεί να παρατηρείται εξάρτηση σημαντικών κυβερνητικών ψηφιακών υποδομών από παρόχους εκτός ΕΕ.
Παρά τα θετικά βήματα, η έκθεση υπογραμμίζει πως παραμένουν σημαντικές προκλήσεις, όπως ο κατακερματισμός της ενιαίας αγοράς, η πολυπλοκότητα του ρυθμιστικού πλαισίου, ζητήματα ασφάλειας και στρατηγικής εξάρτησης. Προτείνεται η ενίσχυση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων και η διευκόλυνση της πρόσβασης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων σε κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου, ώστε να επιταχυνθεί η καινοτομία και η αναβάθμιση της ψηφιακής ανταγωνιστικότητας. Επιπλέον, επισημαίνεται η ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την ενίσχυση και ενοποίηση της Ενιαίας Αγοράς, αλλά και για επιτάχυνση των προσπαθειών απλοποίησης και μείωσης της διοικητικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις της ΕΕ. Η πιο ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών και των περιφερειών στην Ψηφιακή Δεκαετία αναδεικνύεται ως βασικός παράγοντας για μια πιο συμπεριληπτική και αποτελεσματική μετάβαση.
Τα κράτη μέλη θα εξετάσουν τις συστάσεις της Επιτροπής και θα συνεργαστούν για τα επόμενα βήματα, ενώ το 2026 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επαναξιολογήσει τους στόχους του προγράμματος πολιτικής «Ψηφιακή Δεκαετία» ώστε να διαπιστωθεί αν ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες του ψηφιακού περιβάλλοντος και στις προτεραιότητες και φιλοδοξίες της ΕΕ.