Σαφή ανοδική πορεία καταγράφει ο ελληνικός τουρισμός κατά το πρώτο επτάμηνο του 2025, επιβεβαιώνοντας τον στρατηγικό του ρόλο ως διαχρονικού πυλώνα ανάπτυξης για την εθνική οικονομία, με αύξηση τόσο στις εισπράξεις όσο και στις αφίξεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ταξιδιωτικού ισοζυγίου, οι συνολικές ταξιδιωτικές εισπράξεις για την περίοδο Ιανουαρίου – Ιουλίου αυξήθηκαν κατά 12,5% σε σύγκριση με το αντίστοιχχο διάστημα του 2024, αύξηση που αντιστοιχεί σε 1,35 δισεκατομμύρια ευρώ. Παράλληλα, ο αριθμός των τουριστικών αφίξεων ενισχύθηκε κατά 2,6%, μεταφραζόμενος σε 472 χιλιάδες επιπλέον επισκέπτες για τη χώρα.
Η θετική αυτή εικόνα ενισχύεται από την ποιοτική διάσταση των δεδομένων, καθώς η Μέση Κατά Κεφαλήν Δαπάνη (ΜΚΔ), εξαιρουμένης της κρουαζιέρας, παρουσίασε σημαντική αύξηση κατά 9,1% από την αρχή του έτους, υποδεικνύοντας μια στροφή προς ένα ποιοτικά αναβαθμισμένο τουριστικό προϊόν. Ιδιαίτερα δυναμική αποδεικνύεται η κρουαζιέρα, με τις σχετικές εισπράξεις να καταγράφουν άνοδο 23,1%. Η δυναμική του επταμήνου είναι τέτοια που, για να μηδενιστούν οι σωρευτικές αυξήσεις σε ετήσιο επίπεδο, θα απαιτείτο μια ισχυρή πτώση της τάξης του 13,0% στις εισπράξεις και 3,0% στις αφίξεις κατά την περίοδο Αυγούστου – Δεκεμβρίου.
Η ανάλυση των επιμέρους αγορών προέλευσης αποκαλύπτει μια γενικευμένη θετική τάση, καθώς σχεδόν καμία χώρα δεν παρουσίασε μείωση εσόδων. Η γερμανική αγορά συνεχίζει να αποτελεί βασικό πυλώνα, με τις εισπράξεις να αυξάνονται κατά 16,6% και τις αφίξεις κατά 8,0%, ενώ εξίσου ισχυρή είναι η δυναμική από τις Ηνωμένες Πολιτείες με αύξηση εσόδων 25,3%. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γαλλική αγορά, όπου παρά τη μείωση των αφίξεων κατά 8,6%, τα έσοδα σημείωσαν σημαντική άνοδο 15,6%. Στον αντίποδα, η αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου παρουσίασε στασιμότητα, με οριακή μείωση εσόδων κατά 2,9% και μικρή αύξηση αφίξεων κατά 1,5%.
Τα δεδομένα των διεθνών αεροπορικών αφίξεων για το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2025 επιβεβαιώνουν την ανοδική πορεία, με το σύνολο των αφίξεων να φτάνει τα 19,9 εκατομμύρια, σημειώνοντας αύξηση 5,6%. Ωστόσο, παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των προορισμών. Τα αεροδρόμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης κατέγραψαν ισχυρές επιδόσεις με αυξήσεις 9,5% και 10,0% αντίστοιχα. Στις περιφέρειες, η Κρήτη σημείωσε άνοδο 4,8% και τα Ιόνια Νησιά 4,5%, ενώ η μοναδική εξαίρεση στον κανόνα ήταν η γεωγραφική ενότητα των Κυκλάδων, όπου καταγράφηκε μείωση των αεροπορικών αφίξεων κατά 5,9%.
Η ισχύς του τουριστικού brand της Ελλάδας παραμένει υψηλή, καθώς η χώρα συγκαταλέγεται στους πιο επιθυμητούς προορισμούς, κατέχοντας την τρίτη θέση σε Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, την πέμπτη στο Ηνωμένο Βασίλειο και την έκτη θέση ως ευρωπαϊκός προορισμός για την αγορά των ΗΠΑ. Ο βαθμός ικανοποίησης των τουριστών παραμένει εξαιρετικά υψηλός, υπερβαίνοντας το 80% στα ξενοδοχεία και φτάνοντας το 9/10 στην εστίαση και τα αξιοθέατα. Σύμφωνα με τη μελέτη, η φιλοξενία και το υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης που παρέχουν οι εργαζόμενοι στον τουρισμό αποτελούν το σημαντικότερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.
Για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας αυτής της ανάπτυξης, ο τομέας αντιμετωπίζει συγκεκριμένες προκλήσεις που απαιτούν ένα συνεπές και υποστηρικτικό πλαίσιο. Οι κυριότερες προκλήσεις είναι η κλιματική αλλαγή, οι ελλείψεις σε εποχικό προσωπικό και η διαχείριση των προορισμών. Οι αναγκαίες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν την ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού, τον εκσυγχρονισμό κρίσιμων υποδομών, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Παράλληλα, οι στρατηγικές κατευθύνσεις εστιάζουν στην αξιοποίηση του πολιτιστικού αποθέματος και των μεγάλων εκδηλώσεων, καθώς και στην ανάπτυξη του συνεδριακού τουρισμού στην Αθήνα.