Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, το οικονομικό κλίμα τον Απρίλιο εξασθένησε ελαφρώς τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στη χώρα μας, ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις 107,4 μονάδες, από 107,7 τον προηγούμενο μήνα, παρουσιάζοντας μια οριακή πτώση που οφείλεται κυρίως στη μείωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και της δραστηριότητας στον τομέα των Κατασκευών. Αντιθέτως, η Βιομηχανία, οι Υπηρεσίες και το Λιανικό Εμπόριο εμφάνισαν μικρές ενισχύσεις. Η σταθερότητα αυτή του δείκτη από την αρχή του έτους αντανακλά τη γενικά συγκρατημένη πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τη στάση αναμονής απέναντι σε μελλοντικές εξελίξεις.
Παράγοντες εξωτερικού χαρακτήρα, όπως η επικείμενη εκλογή Προέδρου στις ΗΠΑ και η αβεβαιότητα που δημιουργείται γύρω από νέες οικονομικές πολιτικές, ενδέχεται να επηρεάσουν τη διεθνή οικονομική τάξη και κατ’ επέκταση και την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, προς το παρόν, δεν έχουν υπάρξει σαφείς επιπτώσεις στους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, η οποία παραμένει λιγότερο εκτεθειμένη στις διεθνείς αναταράξεις. Η επερχόμενη τουριστική περίοδος αναμένεται να λειτουργήσει ενισχυτικά, καθώς επηρεάζει σημαντικό αριθμό κλάδων, επηρεάζοντας τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τις προσδοκίες των νοικοκυριών.
Αναλυτικότερα, στη Βιομηχανία καταγράφηκε ήπια βελτίωση στις εκτιμήσεις για αποθέματα και ζήτηση, αν και οι προβλέψεις για την παραγωγή περιορίστηκαν. Στις Κατασκευές, οι προβλέψεις για τα προγράμματα εργασιών μειώθηκαν σημαντικά, αλλά η πρόβλεψη για την απασχόληση ενισχύθηκε. Στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις πωλήσεις παρέμειναν σταθερές, με θετικές προοπτικές για το άμεσο μέλλον. Στις Υπηρεσίες, παρατηρήθηκε μικρή ενίσχυση στις εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση, ενώ η ζήτηση διατηρήθηκε σταθερή. Αντίθετα, η καταναλωτική εμπιστοσύνη επιδεινώθηκε, με αρνητικές προσδοκίες για την οικονομική κατάσταση της χώρας και των νοικοκυριών, καθώς και μείωση της πρόθεσης για αποταμίευση και μείζονες αγορές.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η εικόνα είναι αντίστοιχη. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος υποχώρησε τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη. Η υποχώρηση οφείλεται κυρίως στην πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, στο λιανικό εμπόριο και στις υπηρεσίες, ενώ οι δείκτες στις κατασκευές και στη βιομηχανία παρέμειναν σταθεροί. Στη βιομηχανία, οι απαισιόδοξες προβλέψεις για την παραγωγή αντισταθμίστηκαν από πιο θετικές εκτιμήσεις για τα αποθέματα και τις παραγγελίες. Στις υπηρεσίες, η υποχώρηση των προσδοκιών σχετίζεται με αρνητική πορεία όλων των επιμέρους δεικτών, ενώ στο λιανικό εμπόριο καταγράφηκε σημαντική πτώση λόγω απαισιόδοξων προσδοκιών για τη μελλοντική κατάσταση και την παρούσα δραστηριότητα.
Στις κατασκευές, ο δείκτης διατηρήθηκε αμετάβλητος, με τις αρνητικές προσδοκίες για την απασχόληση να εξισορροπούνται από θετικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες. Η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποχώρησε έντονα, με τους καταναλωτές να εκφράζουν αυξημένη απαισιοδοξία για την πορεία της οικονομίας και των νοικοκυριών τους. Σε ό,τι αφορά τις έξι μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, ο δείκτης εξασθένισε σημαντικά στην Ολλανδία (-2,5) και στην Ιταλία (-1,8), ενώ παρουσίασε ήπια βελτίωση στη Γερμανία (+0,5) και στην Ισπανία (+0,4), παραμένοντας σταθερός στη Γαλλία και την Πολωνία.
Συνολικά, τα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομική σταθερότητα στην Ελλάδα παραμένει, προς το παρόν, ανθεκτική, παρά τις αβεβαιότητες στο εξωτερικό. Το επόμενο διάστημα, ωστόσο, η δυναμική του τουρισμού και η γενικότερη ευρωπαϊκή πορεία θα καθορίσουν σημαντικά τη διαμόρφωση των προσδοκιών και των συνθηκών στο εσωτερικό.