Το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσαν τη Δευτέρα μια ιστορική συμφωνία επαναπροσέγγισης, σηματοδοτώντας το τέλος μιας μακράς περιόδου έντασης μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. το 2020. Η νέα συμφωνία καλύπτει σειρά τομέων, όπως η ασφάλεια, η ενέργεια, το εμπόριο, τα ταξίδια και η αλιεία. Βρετανοί αξιωματούχοι χαρακτήρισαν την ημέρα ως «ιστορική» και την έναρξη ενός «νέου κεφαλαίου» στις διμερείς σχέσεις.
Ο πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ υποδέχθηκε στο Λονδίνο την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, και άλλους ανώτατους Ευρωπαίους αξιωματούχους στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής Ηνωμένου Βασιλείου – Ε.Ε. Κατά την κοινή συνέντευξη Τύπου, η φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε τη συμφωνία «ιστορική» και ανέφερε πως «το μήνυμα που στέλνουμε στον κόσμο σήμερα είναι ότι στην Ευρώπη παραμένουμε ενωμένοι». Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα σημείωσε πως οι συμφωνίες «σηματοδοτούν όχι μόνο πρόοδο, αλλά και την αρχή μιας ανανεωμένης και ενισχυμένης στρατηγικής συνεργασίας».
Ο Στάρμερ δήλωσε ότι η συμφωνία είναι «win-win» για τις δύο πλευρές και τόνισε ότι «η Βρετανία επιστρέφει στο παγκόσμιο προσκήνιο, συνεργαζόμενη με τους εταίρους της, συνάπτοντας συμφωνίες που θα ενισχύσουν την οικονομία και θα βάλουν περισσότερα χρήματα στις τσέπες των εργαζομένων». Η νέα συμφωνία διευκολύνει το διασυνοριακό εμπόριο, περιορίζοντας τη γραφειοκρατία για τις επιχειρήσεις, ενώ καταργεί ορισμένους ελέγχους σε ζωικά και φυτικά προϊόντα, επιτρέποντας την επιστροφή προϊόντων όπως τα βρετανικά λουκάνικα στην ευρωπαϊκή αγορά.
Παράλληλα, προβλέπεται η δημιουργία νέας εταιρικής σχέσης στον τομέα της άμυνας, με συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου στο υπό σχεδιασμό ευρωπαϊκό ταμείο άμυνας “Security Action for Europe”, ύψους 150 δισ. λιρών (200 δισ. δολαρίων). Επίσης, παρατείνεται έως το 2038 το δικαίωμα ευρωπαϊκών αλιευτικών σκαφών να δραστηριοποιούνται σε βρετανικά ύδατα, αντικαθιστώντας τη συμφωνία που επρόκειτο να λήξει το 2026. Το σημείο αυτό θεωρήθηκε καίριο από τις Βρυξέλλες και αποτέλεσε σημείο έντονης διαπραγμάτευσης με τη Γαλλία και τη Δανία.
Για τους Βρετανούς ταξιδιώτες, η συμφωνία περιλαμβάνει συμφωνία χρήσης των ηλεκτρονικών πυλών (eGates) στα ευρωπαϊκά αεροδρόμια, μειώνοντας τις ουρές στους ελέγχους διαβατηρίων. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι η αλλαγή αυτή θα περιορίσει σημαντικά τις καθυστερήσεις στα σημεία εισόδου και εξόδου.
Εκκρεμότητα παραμένει η δημιουργία προγράμματος κινητικότητας για νέους, το οποίο θα διευκολύνει τη διαμονή και εργασία τους στην Ευρώπη. Το πρόγραμμα θα είναι χρονικά περιορισμένο και θα βασίζεται σε αντίστοιχα μοντέλα που εφαρμόζονται με χώρες όπως η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία.
Εσωτερικές πολιτικές πιέσεις και αντιδράσεις
Η νέα συμφωνία συνυπάρχει με αυξανόμενη πίεση στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό του Ηνωμένου Βασιλείου. Η δημοτικότητα του πρωθυπουργού βρίσκεται στο χαμηλότερο καταγεγραμμένο επίπεδο, με μόλις το 23% των πολιτών να εκφράζει θετική γνώμη, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της YouGov. Την ίδια ώρα, ενισχύεται η στήριξη προς το κόμμα Reform UK του Νάιτζελ Φάρατζ, ο οποίος εμφανίζεται να ανακτά πολιτική δυναμική.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι η συμφωνία δεν συνιστά υπαναχώρηση από το Brexit, υπογραμμίζοντας πως «τηρεί τις κόκκινες γραμμές που τέθηκαν στο κυβερνητικό πρόγραμμα – χωρίς επιστροφή στην ενιαία αγορά, χωρίς επιστροφή στην τελωνειακή ένωση και χωρίς επιστροφή στην ελεύθερη κυκλοφορία». Ωστόσο, επικριτές της συμφωνίας, μεταξύ των οποίων ο Φάρατζ και η ηγέτιδα του Συντηρητικού Κόμματος Κέμι Μπάντενοχ, εξέφρασαν δημόσια την αντίθεσή τους. Η Μπάντενοχ δήλωσε ότι «γινόμαστε και πάλι αποδέκτες κανόνων από τις Βρυξέλλες», υπονοώντας απώλεια κυριαρχίας έναντι των ευρωπαϊκών θεσμών.