Σε σταθερή τροχιά για την επίτευξη των κλιματικών της στόχων για το 2030 βρίσκεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, καταγράφοντας σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και αύξηση της διείσδυσης των ανανεώσιμων πηγών. Ωστόσο, η «αχίλλειος πτέρνα» παραμένει το υψηλό ενεργειακό κόστος, το οποίο πλήττει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με τους παγκόσμιους ανταγωνιστές της.
Αυτή είναι η κεντρική εικόνα που προκύπτει από την Έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης 2025 και τη συνοδευτική Έκθεση Προόδου για τη Δράση για το Κλίμα, που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η στρατηγική της απανθρακοποίησης και της απεξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα αποδίδει, αλλά η πρόκληση των τιμών απαιτεί άμεσες και μακροπρόθεσμες λύσεις.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ μειώθηκαν κατά 2,5% το 2024 σε σύγκριση με το 2023, φτάνοντας συνολικά το -37,2% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 (ή 39% αν υπολογιστούν μόνο οι εγχώριες καθαρές εκπομπές). Ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι η μείωση αυτή επιτεύχθηκε ενώ το ΑΕΠ της Ένωσης αυξήθηκε κατά 71% την ίδια περίοδο, επιβεβαιώνοντας την πλήρη αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τις εκπομπές.
Η πρόοδος αυτή τροφοδοτείται από την ισχυρή ανάπτυξη των ΑΠΕ. Μόνο το 2024, εγκαταστάθηκε νέα ισχύς περίπου 77 GW, με αποτέλεσμα οι ανανεώσιμες πηγές να αποτελούν ήδη το 47% του μείγματος ηλεκτροπαραγωγής της ΕΕ. Παράλληλα, η τελική κατανάλωση ενέργειας μειώθηκε κατά 3% σε σχέση με το 2022, κυρίως λόγω της εξοικονόμησης στον οικιακό τομέα. Ταυτόχρονα, η εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο κατέρρευσε από 45% το 2021 σε μόλις 12% τον Αύγουστο του 2025.
Παρά την αδιαμφισβήτητη κλιματική πρόοδο, η Επιτροπή κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την ανταγωνιστικότητα. Οι μέσες τιμές ενέργειας στην Ευρώπη, αν και μειωμένες από τις ακραίες κορυφώσεις, παραμένουν υψηλότερες από αυτές των ανταγωνιστών και παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών. Η Επιτροπή τονίζει ότι αντιμετωπίζει «σοβαρά» το ζήτημα, προωθώντας 7 βασικές δράσεις για την ανακούφιση βιομηχανιών και καταναλωτών.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων δρομολογεί ένα πρόγραμμα-«ασπίδα» ύψους 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ με τραπεζικές εγγυήσεις για τους ευρωπαίους κατασκευαστές εξαρτημάτων δικτύου, καθώς και ένα πιλοτικό έργο 500 εκατομμυρίων ευρώ σε αντεγγυήσεις για την προώθηση των «καθαρών» διμερών συμβάσεων αγοράς ενέργειας (PPAs).
Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η επόμενη δεκαετία είναι «αποφασιστική» για την ολοκλήρωση της Ενεργειακής Ένωσης. Ο νέος, υπό διαπραγμάτευση στόχος για μείωση εκπομπών κατά 90% έως το 2040 θέτει τον πήχη ψηλά. Για να επιτευχθεί, η ΕΕ θα πρέπει να κινητοποιήσει τεράστιες επενδύσεις, οι οποίες εκτιμώνται από την Επιτροπή σε 695 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως για την περίοδο 2031-2040, με έμφαση στην αναβάθμιση των δικτύων, τον μαζικό εξηλεκτρισμό και την ενεργειακή απόδοση.



